Σ' άφησα

Σ’ Α Φ Η Σ Α 15 παν. Λίγο πιο κάτω στον δρόμο, μια άλλη φιγούρα με χάρτινη προστατευτική στολή εξέταζε ένα από τα πελώρια δέντρα που υψώνονταν πλάι στον δρόμο. Καθώς ο Ρέι και η Κέιτ πλησίασαν το σημείο, τους σταμά­ τησε ένας νεαρός αστυφύλακας, με το φωσφοριζέ μπουφάν του κουμπωμένο μέχρι τόσο ψηλά, που ο Ρέι μετά βίας μπορούσε να δει το πρόσωπό του ανάμεσα στον γιακά και στο γείσο του καπέλου του. «Καλησπέρα, κύριε. Θέλετε να δείτε το σημείο; Θα πρέπει να σας καταχωρίσω». «Όχι, ευχαριστούμε» είπε ο Ρέι. «Μπορείς να μου πεις πού είναι ο αρχιφύλακάς σου;» «Είναι στο σπίτι της μητέρας» απάντησε ο αστυφύλακας. Έδειξε πιο πέρα στον δρόμο, σε μια σειρά μικρά πανομοιότυπα σπίτια, κι ύστερα χώθηκε ξανά στον γιακά του. «Στο νούμερο τέσσερα» είπε πνιχτά όταν το ξανασκέφτηκε. «Χριστέ μου, τι απαίσια δουλειά» είπε ο Ρέι καθώς απομα­ κρύνθηκαν με την Κέιτ. «Θυμάμαι που κάποτε, δόκιμος, φυλού­ σα έναν τόπο εγκλήματος επί δώδεκα ώρες μέσα σε καταρρα­ κτώδη βροχή, και στο τέλος μού έκανε παρατήρηση και ο αρχιε­ πιθεωρητής επειδή δεν χαμογελούσα όταν εμφανίστηκε στις οκτώ το επόμενο πρωί». Η Κέιτ γέλασε. «Γι’ αυτό πήγες στο Εγκληματολογικό;» «Όχι μόνο» είπε ο Ρέι «αλλά σίγουρα ήταν κι αυτό κομμάτι της γοητείας. Ο κύριος λόγος όμως ήταν ότι είχα βαρεθεί να δίνω όλες τις σημαντικές υποθέσεις στους ειδικούς και να μη φτάνω κάτι ως το τέλος. Εσύ;» «Περίπου τα ίδια». Έφτασαν στη σειρά των σπιτιών που τους είχε υποδείξει ο αστυφύλακας. Η Κέιτ συνέχισε να μιλάει καθώς έψαχναν το νούμερο τέσσερα. «Επειδή μου αρέσει να

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=