Συνωμοσία της φωτιάς (pocket)

[ 19 ] πει ο αστυνόμος Απρίτσαρντ όταν ανέθεσε τη δουλειά στον Λένον. Ο Λένον ήταν σε διαθεσιμότητα από τότε που έχασε τη θέση του στην ΚύριαΑνακριτικήΟμάδα, κι έτσι μια τέτοια δουλειά που θα τον κρατούσε απασχολημένο ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να σκεφτεί. Παρατηρούσε και κατέγραφε, έβλεπε ποιος μιλούσε με ποιον, έκρι­ νε αν οι επαφές ήταν φιλικές ή φορτισμένες, βεβαιωνόταν ότι η κατάσταση δεν θα έβγαινε εκτός ελέγχου. Ο Λένον παρακολουθούσε την καφετέρια από ένα βανάκι της Εταιρείας Ύδρευσης. Πάρκαρε σ’έναν παράδρομο απέναντι, ακού­ μπησε το μεσημεριανό του φαγητό κι ένα φλασκί στο ταμπλό και άνοιξε την Μπέλφαστ Τέλεγκραφ . Είχε απλώσει τις σελίδες εδώ και δεκαπέντε λεπτά πάνω στο τιμόνι και είχε βολευτεί. Ο Ράνκιν και ο Κρόζιερ κάθονταν δίπλα στο παράθυρο. ΟΛένον τούς έβλεπε πεντακάθαρα, αλλά δεν τους άκουγε. Δεν είχαν λεφτά να βάλουν κοριούς. Ο Ειδικός Κλάδος δεν ενδιαφερόταν και πολύ γι’ αυτούς τους δύο κι έτσι έκρινε πως δεν άξιζαν τα έξοδα. Απλώς έπρεπε να έχει τα μάτια του δεκατέσσερα, δεν χρειαζόταν τίποτα παραπάνω. Ακριβώς, σκέφτηκε ο Λένον, σκατοδουλειά. Αναρωτιό­ ταν αν ήθελαν απλώς να τον διώξουν από το γραφείο. Οι δύο στόχοι πλησίασαν ο ένας τον άλλο. Η κοντινή απόσταση μεταξύ τους πρόδιδε ότι μιλούσαν χαμηλόφωνα, έστω κι αν οι εκ­ φράσεις τους έδειχναν κάτι άλλο. Ο Κρόζιερ φορούσε ένα μπλου­ ζάκι της Γκλάσκοου Ρέιντζερς, που άφηνε ακάλυπτα τα θαμπά τα­ τουάζ στα γερά χέρια του. ΟΡάνκιν φορούσε γκρι κοστούμι και ροζ πουκάμισο, ανοιχτό στον λαιμό ώστε να φαίνεται η βαριά, χρυσή αλυσίδα του. Το πορτοκαλί του μαύρισμα έκανε τα δόντια του να φαίνονται αφύσικα λευκά. Η Σίλβια Μπάροουζ, ιδιοκτήτρια της κα­ φετέριας από τότε που πρωτοάνοιξε στις αρχές της δεκαετίας του

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=