Συνωμοσία της φωτιάς (pocket)
[ 16 ] «Αχ Χριστέ μου» είπε ο Χιουζ, κλαψουρίζοντας και βαριανασαί νοντας. Η γυναίκα έβγαλε δύο μεγάλους κυλίνδρους από τον σάκο. Ο ΜακΣόρλεϊ τους κοίταξε για μια στιγμή προσπαθώντας να καταλά βει τι ήταν αυτό που έβλεπε, ώσπου αναγνώρισε τις δίδυμες κάννες μιας καραμπίνας. Την ακούμπησε ανάμεσα στα πόδια του Χιουζ, με το κοντάκι κάτω και τις μακριές κάννες πάνω στον μηρό του. «Σκατά, όπλα είναι» είπε ο Χιουζ, καθώς έκλεινε η πόρτα. «Τι γί νεται, Γιουτζίν;» ΟΜακΣόρλεϊ κοίταξε τον μαυρισμένο μπάτσο. Εκείνος χαμογέ λασε, του έκλεισε τομάτι και μετά έκλεισε και την πόρτα του οδηγού. Σήκωσε ψηλά το κλειδί του αυτοκινήτου, το έδειξε στονΜακΣόρλεϊ και το πάτησε δύο φορές. Οι ασφάλειες κλείδωσαν μ’ένα γουργού ρισμα. Ο μπάτσος έβαλε το κλειδί στο καπό, ακριβώς κάτω από το παρμπρίζ. «Χριστέ μου» είπε ο ΜακΣόρλεϊ. «Τι κάνουν, Γιουτζίν;» ρώτησε ο Κομίσκι. «ΑχΧριστούλημου» οΜακΣόρλεϊ έκανε τονσταυρό του. Ηκύστη του κόντευε να σκάσει. Κρατήθηκε. Οι δύο μπάτσοι, που ο ΜακΣόρλεϊ ήξερε ότι δεν ήταν καθόλου μπάτσοι, ξαναμπήκαν στο Skoda και απομακρύνθηκαν. Το βαν έκο ψε ταχύτητα περνώντας μπροστά από το Focus. Ο άντρας με το αυτόματο χαμογέλασε πλατιά στον ΜακΣόρλεϊ. Σκαρφάλωσε στο πίσω μέρος του βαν και τον σημάδεψε με το όπλο. Ο Κομίσκι δοκίμασε ν’ ανοίξει. «Άνοιξε τις κλειδαριές» είπε. «Δεν μπορώ» απάντησε ο ΜακΣόρλεϊ. Δάκρυα αυλάκωναν τα μάγουλά του. «Το κάθαρμα διπλοκλείδωσε. Ανοίγουν μόνο με το κλειδί».
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=