Στο σπίτι της

ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ 33 φως της κουζίνας, που είχε μείνει αναμμένο για να δίνει μια νότα ασφάλειας. Σε περίμενα, της είπε το τρίξιμο του κλειδιού στην κλειδαριά. Στο χολ έκανε ψύχρα, όμως επάνω η Νίλκε είχε αφήσει μερικά κούτσουρα να σιγοκαίνε στο τζάκι της Ίζαμπελ. Έσκυψε κι άπλωσε τα χέρια να ζεσταθεί. Προσπάθησε να θυμηθεί την πρώτη βραδιά της στο σπίτι, μικρή και τρομαγμένη, με τις σειρήνες να ουρλιάζουν πέρα μακριά. Προσπάθησε να θυμηθεί τι υπήρχε πριν εκεί – τι πράγματα, τι σχήματα, τι βάζα, τι πίνακες και τι κεντήματα σε τι σεντόνια. Τίποτα δεν θυμόταν. Θυμόταν μονάχα τον κρότο από ένα χτύπημα στην πόρτα και τα παγωμένα ποδαράκια του Χέντρικ κάτω από τις κουβέρτες κι ένα σφίξιμο στον λαιμό της, σαν γροθιά. Ένα παράθυρο έκλεισε με δύναμη στην άλλη πλευρά του διαδρόμου. Η Ίζαμπελ ξαφνιάστηκε κι έσπευσε προς τα εκεί από όπου είχε ακουστεί ο ήχος. Από την παλιά κρεβατοκάμαρα της μητέρας της – την είχε αερίσει νωρίτερα σήμερα. Και είχε αφήσει το παράθυρο ανοιχτό. Τίποτα δεν έγινε, τίποτα δεν έσπασε, μόνο μια κορνίζα έπεσε πάνω στο κομοδίνο. Η φωτογραφία είχε τραβηχτεί εκείνο το πρώτο καλοκαίρι μετά τον πόλεμο. Η μητέρα της, αδύνατη, με μια μακριά φούστα, καθισμένη στο παγκάκι του κήπου· πίσω της δυο περήφανα έλατα. Η στάση της σεμνή, το βλέμμα της καρφωμένο στον φακό. Η Ίζαμπελ σήκωσε την κορνίζα και τη στερέωσε στη θέση της.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=