Στο σπίτι της

ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ 17 οτιδήποτε. «Σ’ το είπε ότι θα φέρει μια κοπέλα μαζί του;» τη ρώτησε. Ο Λούις έφερνε συχνά κοπέλες μαζί του όποτε κανόνιζαν να δειπνήσουν μαζί. Η τελευταία φορά που έφαγαν μόνο οι τρεις τους προέκυψε εντελώς τυχαία, επειδή η κοπέλα του Λούις τον έστησε. Καλά ξεκουμπίδια, είχε πει τότε μέσα της η Ίζαμπελ κι έπειτα διαπίστωσε ότι ο Λούις –χωρίς τη συνοδεία μιας ξένης– είχε ελάχιστα να πει στα αδέρφια του. Η βραδιά αποδείχτηκε ατελείωτη και επιτηδευμένη. Ο Χέντρικ μέθυσε πολύ, αρχικά ζωήρεψε κι ύστερα ησύχασε. Χρειάστηκε να τον γυρίσουν σπίτι. Ο Χέντρικ στριφογύριζε στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου του Λούις και ξέρασε στο πεζοδρόμιο ακριβώς έξω απ’ το σπίτι του. Ο Σεμπάστιαν είχε σκύψει έξω από το παράθυρο με τις πιτζάμες και τους φώναξε: «Χριστέ μου, τι του κάνατε;». «Εγώ έκανα κράτηση για τρεις» είπε στον Χέντρικ. Για μία ακόμα φορά, ως συνήθως, ο Λούις δεν της είχε πει ότι θα έφερνε κοπέλα μαζί του. Δεν την είχε ειδοποιήσει. Ποτέ δεν την ειδοποιούσε. «Το ξέρω». «Μεγάλη αγένεια». «Μμμ» συμφώνησε ο Χέντρικ. «Θα φέρει την ίδια με την προηγούμενη φορά; Δεν τη συμπάθησα καθόλου. Είχε πολύ χοντρό λαιμό». Ο Χέντρικ γέλασε. Η Ίζα δεν το είπε γι’ αστείο. «Όχι. Καινούργια θα φέρει» απάντησε κι εκείνη άφησε να της ξεφύγει ένα «Τς τς τς». Ο αδερφός της χαμογέλασε με χεί-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=