Στο σπίτι

Σ Τ Ο Σ Π Ι Τ Ι 21 Ο Τζακ γέλασε. «Εντάξει» είπε. «Πάμε σπίτι». «Ναι, ακούστε τον αδελφό σας» είπε εκείνη. «Κάτι ξέρει αυτός από σερίφηδες!» Κι έτσι βγήκαν συντεταγμένα από την πόρτα, που βρόντη­ ξε πίσω τους, και κίνησαν γραμμή για το σπίτι μέσα στο φως του δειλινού, προσπαθώντας να χωνέψουν όσα είχαν ακούσει. Συμφώνησαν πως η γυναίκα ήταν τρελή, το ίδιο και ο άντρας της. Η εκδικητικότητα ακόμη σιγόκαιγε μέσα τους και μηχα­ νεύονταν αντίποινα: να σπάσουν παράθυρα, να ξεφουσκώ­ σουν λάστιχα. Να σκάψουν έναν λάκκο τόσο μεγάλο και καλά κρυμμένο, που ο γείτονας και το τρακτέρ του να πέσουν και οι δύο μέσα. Και στον πάτο να υπάρχουν αράχνες και φίδια. Κι όταν θα φώναζε βοήθεια, να κατεβάσουν στην τρύπα μια σκάλα με πριονισμένα τα σκαλοπάτια, έτσι που να σπάσουν από το βάρος του. Α, η τρομερή χαιρεκακία των μικρότερων, την ώρα που οι μεγαλύτεροι πάλευαν να χωνέψουν το γεγονός ότι είχαν ακούσει να προσβάλλουν την οικογένειά τους και δεν είχαν κάνει τίποτε! Μπήκαν στην κουζίνα τους κι εκεί βρίσκονταν η μητέρα και ο πατέρας τους περιμένοντας ν’ ακούσουν τα νέα. Τους είπαν ότι δεν μίλησαν στον άντρα, αλλά η γυναίκα τούς είχε βάλει τις φωνές και είχε αποκαλέσει τον πατέρα τους παπά. «Εντάξει» είπε η μητέρα τους «ελπίζω να ήσασταν ευγε­ νικοί». Ανασήκωσαν τους ώμους και κοιτάχτηκαν. Η Γκρέισι είπε: «Απλώς καθόμασταν εκεί, κάτι τέτοιο». Ο Τζακ είπε: «Ήταν πραγματικά κακιά. Έφτασε να πει πως είμαι άξιος γιος ενός τέτοιου πατέρα». Τα μάτια του πατέρα της πετούσαν φλόγες. «Είπε τέτοιο πράγμα;» έκανε. «Ε, λοιπόν, ήταν πολύ ευγενικό εκ μέρους

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=