Στο σπίτι

M A R I L Y N N E R O B I N S O N 14 γερο-πατέρα της, τον λυπημένο γερο-πατέρα της, στον ώμο του οποίου είχε κλάψει κάποια στιγμή σχεδόν ολόκληρη η πρεσβυτεριανή Γκίλιαντ άνω των είκοσι ετών. Δεν ήταν ανά­ γκη να ειπωθεί τίποτε, ούτε όμως υπήρχε ελπίδα να κρυφτεί τίποτε. Η πόλη τής φαινόταν διαφορετική τώρα που είχε επιστρέ­ ψει για να ζήσει εδώ. Είχε συνηθίσει να σκέφτεται την Γκίλιαντ ως θέμα και σκηνικό νοσταλγικών αναμνήσεων. Πόσο πολύ άρεσε στα αδέλφια της, όχι όμως και στον Τζακ, να γυρίζουν σπίτι, και πόσο έτοιμοι ήταν πάντοτε να ξαναφύγουν. Πόσο αγαπούσαν τον παλιό τους τόπο και τις παλιές ιστορίες, και πόσο μακριά είχαν όλοι τους σκορπίσει. Το παρελθόν ήταν κάτι πολύ όμορφο, αρκεί να έμενε στη θέση του. Αλλά η τω­ ρινή επιστροφή της για να μείνει, όπως είπε ο πατέρας της, είχε επιβαρύνει τις αναμνήσεις με μια δυσοίωνη σκιά. Όλοι γνώριζαν ότι το να υπερβαίνει έτσι η ανάμνηση τα όριά της και να γίνεται παρόν και πιθανόν μέλλον είναι κάτι για το οποίο μετανιώνει κανείς. Εκνευριζόταν όποτε σκεφτόταν ότι τη συμπονούσαν. Οι περισσότερες οικογένειες είχαν από καιρό γκρεμίσει τα παράσπιτά τους και είχαν πουλήσει τα βοσκοτόπια τους. Μι­ κρότερα σπίτια σε μεταγενέστερο αρχιτεκτονικό στιλ είχαν ξεπηδήσει ανάμεσά τους, και ήταν τόσο πολλά, ώστε έκαναν τα παλιά σπίτια να φαίνονται ολοένα και πιο αταίριαστα με το περιβάλλον. Κάποτε, τα σπίτια της Γκίλιαντ ορθώνονταν μέσα σε μικρά αγροκτήματα με λαχανόκηπους και βατομουριές, κοτέτσια και ξυλαποθήκες, κουνελόσπιτα και αχυρώνες, στά­ βλους για μια δυο αγελάδες, για ένα δυο άλογα. Απλώς τα λίγα που απαιτούσε η ζωή. Το αυτοκίνητο ήταν η αιτία που άλλαξαν όλα αυτά, έλεγε ο πατέρας της. Οι άνθρωποι δεν ήταν

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=