Στο δάσος

33 Σ Τ Ο Δ Α Σ Ο Σ δει ποτέ σε κανέναν άλλον. Το δέρμα της ήταν λείο και χωρίς πόρους, σαν παιδιού, τα χαρακτηριστικά της –μεγάλο στόμα, ψηλά και στρογγυλά μήλα, ανασηκωμένη μύτη, τοξωτά φρύ­ δια– έκαναν αυτά των υπόλοιπων ανθρώπων να φαντάζουν θαμπά και συγκεχυμένα. Απ’ όσο μπορούσα να ξέρω, δεν μακιγιαριζόταν ποτέ, εκτός από ένα λιπ μπαλμ με κοκκινωπή απόχρωση που μύριζε κανέλα και την έκανε να δείχνει ακόμα πιο νέα. Λίγοι άνθρωποι θα τη θεωρούσαν όμορφη, τα δικά μου γούστα όμως έκλιναν πάντα προς το ιδιαίτερο προσωπικό στιλ και όχι προς τις επώνυμες μάρκες, και απολάμβανα πολύ πε­ ρισσότερο να κοιτάζω εκείνη παρά οποιονδήποτε από τους μπαλκονάτους ξανθούς κλώνους που τα περιοδικά μού επέ­ βαλλαν προσβλητικά να ποθώ. «Και τι έγινε, ξεσκεπάστηκες;» « Όχι! » είπε προσβεβλημένη. «Βρήκα ποιος ήταν ο βασικός διακινητής –ένα εγκεφαλικά καμένο πλουσιόπαιδο από το Μπλάκροκ που σπούδαζε, φυσικά, διοίκηση επιχειρήσεων– και παρίστανα για μήνες τη φίλη του, γελώντας με τα ηλίθια αστεία του, διορθώνοντας τις εργασίες του. Μετά του πρότεινα να πουλάω εγώ στα κορίτσια, επειδή θα φοβόνταν λιγότερο ν’ αγοράσουν ναρκωτικά από μια γυναίκα, έτσι δεν είναι; Του άρεσε η ιδέα, όλα πήγαιναν τέλεια, κι εγώ άρχισα ν’ αφήνω σπόντες πως ίσως θα ήταν πιο απλό να συναντώ η ίδια τον προμηθευτή αντί να τα παίρνω από εκείνον. Όμως τότε το Βαποράκι άρχισε να σνιφάρει πολύ περισσότερο από το σπιντ που διακινούσε – ήταν Μάιος, πλησίαζε η εξεταστική. Τον έπιασε παράνοια, αποφάσισε πως προσπαθούσα να του πάρω τη δουλειά και με μαχαίρωσε». Ήπιε λίγο από την κούπα της. «Μην το πεις όμως στον Κουίγκλι. Η επιχείρηση συνεχίζεται, και υποτίθεται ότι δεν πρέπει να μιλάω γι’ αυτήν. Άσ’ τον τον μαλάκα στις ψευδαισθήσεις του». Μέσα μου είχα εντυπωσιαστεί τρομερά, όχι μόνο από τη

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=