Στον οίκο του σκουληκιού

Σ ΤΟΝ Ο Ι ΚΟ ΤΟΥ Σ ΚΟΥ ΛΗΚ Ι ΟΥ 11 παιδιά του σκουληκιού, οι αποκαλούμενοι φανοκόροι, δούλευαν ακούραστα στην αίθουσα, γυαλίζοντας και τρίβοντας, έτσι ώστε όταν έρχονταν οι μπρούντζινοι ιππότες να ανάψουν τους πυρσούς οι αντανακλάσεις τους άστραφταν στο μαύρο γυαλί γύρω τους. Κι ύστε- ρα μαζεύονταν οι καλεσμένοι, εκατοντάδες άνθρωποι με παρδαλές στολές και ευφάνταστες μάσκες, και ο οψιδιανός κύρτωνε και παραμόρφωνε τα λαμπερά τους πρόσωπα και τις γεμάτες χάρη μορφές τους, μέχρι που γίνονταν μία ποικιλόχρωμη σβούρα, δαίμονες που χό- ρευαν μέσα σε ένα μαύρο μπουκάλι. Κι αυτό ήταν μόνο ένα κομμάτι του Θαλάμου του Οψιδιανού. Υπήρχαν κι άλλα · υπήρχε το παράθυρο. Καταλάμβανε όλο τον τέταρτο τοίχο πίσω από τη γε- μάτη άμμο κόγχη όπου φώλιαζε ο Ανθρωποσκώληκας. Διαφανές σαν κρύσταλλο ήταν το παράθυρο, κι όμως πιο ανθεκτικό απ’ οποιοδήποτε γυαλί γνώριζαν. Δεν υπήρχε πουθενά στον Οίκο του Σκουληκιού άλλο πα- ράθυρο που να πλησίαζε έστω το μέγεθός του. Το γυα- λί, αν ήταν όντως γυαλί, έβλεπε έξω στη νεκρή, έρημη πεδιάδα όπου κανένας άνεμος δεν φυσούσε. Όλα ήταν σκοτεινά εκεί, όλα άδεια, αν και υπήρχαν κάποια αστα- θή πέτρινα σχήματα κοντά στον ορίζοντα που φαινόταν μερικές φορές, που μπορεί να ήταν ή και να μην ήταν ερείπια. Ήταν δύσκολο να πει κανείς · το φως ήταν αδύναμο.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=