Στον οίκο του σκουληκιού

Σ ΤΟΝ Ο Ι ΚΟ ΤΟΥ Σ ΚΟΥ ΛΗΚ Ι ΟΥ 19 ότι οΉλιος είναι ένα κάρβουνο, ότι βοηθάει να ζεσταί- νονται οι στοές». «Όχι» είπε ο Άνελιν. «Απλώς μια υπόθεση έκανα. Για την ακρίβεια, πιστεύω ότι ο Ήλιος είναι ένα στο- λίδι που έβαλε το Λευκό Σκουλήκι στον ουρανό για να μας προσφέρει φως και μια ευκαιρία για γιορτές». Ξαφνικά ακούστηκε ένα γέλιο, τραχύ και χαμηλό. Το χαμόγελο του Άνελιν μετατράπηκε απότομα σε συνοφρύωμα όταν συνειδητοποίησε πως όποιος κι αν ήταν δεν γελούσε με το πνεύμα του, αλλά με τον ίδιο . Ίσιωσε τους ώμους και γύρισε ενοχλημένος. Όταν είδε ποιος γελούσε, όμως, ύψωσε μόνο το ποτήρι του –κι ένα λεπτό ξανθό φρύδι– σε έναν κοροϊ- δευτικό χαιρετισμό. Ο Κρεατοκουβαλητής –έτσι τον αποκαλούσαν · αν είχε κάποιο αληθινό όνομα, δεν το χρησιμοποιούσε– σταμάτησε να γελά. Επικράτησε σιωπή. Ήταν ένας κοντός άντρας με φαρδιούς ώμους, ένα κεφάλι πιο κο- ντός από τον Άνελιν και ασχημότερος από οποιονδή- ποτε Γιάγκα-λα-χάι, με τα ίσια λευκά του μαλλιά, το παρδαλό του δέρμα, αλλού μελαψό και αλλού ροδαλό, και την τεράστια επίπεδη μύτη του. Η πορτοκαλοκόκ- κινη αντανάκλασή του που δημιουργούσε το φως των πυρσών στον οψιδιανό ήταν πιο ψηλή και πιο όμορφη απ’ ό,τι είχε υπάρξει ποτέ ο ίδιος. Είχε έρθει στον Χορό του Ήλιου μόνος και χωρίς

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=