Στον καιρό των μάγων 3: Τρίτη και τυχερή

18 κανονικά μια οποιαδή- ποτε πόρτα –σε κατακόρυ- φη θέση, ανοιγοκλείνοντας ανάμεσα σε δωμάτια τοποθε- τημένα τακτικά στο έδαφος–, η συγκεκριμένη πόρτα πετούσε στον αέρα, ακριβώς πάνω από τις κορυφές των δέντρων, οριζοντιωμένη σαν χαλί. Ημικρή σαν κουκκίδα μορφή της ιπτά- μενης πόρτας ήταν που είχε τραβήξει αρχικά τηνπροσοχή τωνΜαγισσών, τηνώραπουπετού- σαν με νωχελικά φτεροκοπήματα στα ισχυρά ρεύ- ματα τουαέραψηλάπάνωαπό ταδέντρα, στον δρόμο της επιστροφής προς τις φωλιές τους στα Δακρύβρεχτα Όρη. Ωστόσο, αυτή τη στιγμή δεν περιεργάζονταν την ίδια την πόρτα. Τρία παιδιά ήταν ξαπλωμένα μπρούμυτα πάνω στην ιπτάμενη πόρτα. Οι αόρατες Μάγισσες είχαν το βλέμμα καρφωμένο στα παιδιά. Όσο για τα παιδιά, αυτά κοιτούσαν από την άκρη της ιπτάμενης πόρτας το δάσος από κάτω, και σαν κάτι να έψα- χναν ανάμεσα στα δέντρα. Οι Μάγισσες ήταν πεινασμένες, τόσο πεινασμένες που μακριά ρυάκια μαύρου σάλιου έτρεχαν από τα χείλη τους. Βδομάδες, ή μπορεί και χρόνια, είχαν να δουν κάτι τόσο

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=