Στοκχόλμη
1 Σ κατά. Ο Νίκολα είχε αναγκαστεί να ανέχεται ένα κάρο μαλακίες εδώ και καιρό τώρα. Είχε μείνει εδώ έναν χρόνο. Αλλά σύντομα θα τελείωνε. Αύριο – η τελευταία μέρα. Δόξα τω Θεώ. Ήταν σχεδόν έτοιμος να ακολουθήσει τον παππού Μπό- γιαν στην εκκλησία. Ήταν δεκαεννιά χρόνων. Η Σουηδία ήταν μια άρρωστη χώρα, μπορούσαν να σε παραδώσουν στα νύχια της κοινωνικής πρόνοιας ακόμα κι αν ήσουν ενήλικας. Αλλά ήταν λάθος της μητέρας του. Η Λίντα, η αιώνια γκρινιάρα μάνα. Είχε απειλήσει να τον πετά- ξει έξω, να κόψει κάθε επαφή μαζί του. Το χειρότερο: είχε απει- λήσει με τον Τέντι. Το ουσιαστικότερο: αυτό ήταν που έκανε τον Νίκολα να κωλώσει – υπήρχε κίνδυνος να απογοητεύσει πολύ τον Τέντι. Τον λάτρευε τον Τέντι, περισσότερο κι από το φρε- σκότερο κομμάτι ταμπάκου από το καπνοπωλείο, περισσότερο κι απ’ όλες τις φούντες του κόσμου, μερικές φορές επίσης ακόμα περισσότερο κι από τα κολλητάρια. Τα παιδιά με τα οποία με- γάλωσε, τα αδέρφια του. Τέντι: ο θείος του. Το είδωλό του. Εικόνισμα. Πρότυπο. Μόνον έναν ήξερε που μπορούσε να συγκριθεί με τον Τέντι, τον Ίσακ. Τίποτε απ’ αυτά δεν ήταν αρκετά ωστόσο. Η γκρίνια όπως και οι ώρες κοινωνικής υπηρεσίας για νέους ολοένα αυξάνονταν. Τα πρόστιμα ήταν τεράστια. Η γκρίνια από τους τύπους της
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=