Στην καρδιά της Κούβας

[ 19 ] «Ναι, φαντάζομαι. Πότε επιστρέφεις;» «Αύριο το βράδυ». «Α, έχουμε καιρό. Δώσε μου δύο ή τρεις μέρες και θα σου το στείλω με μέιλ». Είναι προφανές ότι η λύση που της προτείνω δεν της αρέσει. Βγάζει την κάρτα της και μου τη δίνει. Τη φυλάω χωρίς να την κοι­ τάξω. Ο Νταρίο παρεμβαίνει: «Η Κέιτ είναι πολύ κουρασμένη γιατί όλη τη βδομάδα δουλεύ­ ουμε ασταμάτητα». Ήμουν έτοιμος να κάνω κάποιο σχόλιο του τύπου η πολλή δου­ λειά τρώει τον αφέντη. Αλλά συγκρατήθηκα. Στο κάτω κάτω δεν είναι δικό μου πρόβλημα. Ο Νταρίο κάνει την παραγωγή του βι­ βλίου και προσπαθεί και πάλι να με στριμώξει: «Πέδρο Χουάν, μπορούμε, αν γίνεται, να πάμε τώρα στο σπίτι του Πάκο και της Ροσάλμπα. Αν δεις τις φωτογραφίες τους, ίσως να μπορέσεις να γράψεις πάνω σ’ αυτές». «Δεν ξέρω. Τώρα αμέσως;» «Ναι. Παίρνουμε ένα ταξί και σε είκοσι λεπτά είμαστε εκεί. Για λίγο. Μισή ωρίτσα. Ίσα για να δεις τις φωτογραφίες. Θέλω να τις δει και η Κέιτ. Και αύριο ξανασυναντιόμαστε». «Οκέι». Ο Πάκο και η Ροσάλμπα έχουν ένα σπίτι μικρό, αλλά πολύ συ­ μπαθητικό, στα προάστια της πόλης. Βαμμένο με έντονα χρώματα. Είναι νέοι, ενθουσιώδεις, χαρούμενοι και ρασταφάρι. Τουλάχιστον, έτσι ντύνονται και χτενίζονται. Ενστικτωδώς απομακρύνομαι λίγο. Είχα διαβάσει κάποτε σε ένα περιοδικό ότι ο Μπομπ Μάρλει είχε διάφορων ειδών ψείρες στο κεφάλι του. Τέλος πάντων… Βγάζουν πολύ περίεργες φωτογραφίες. Είναι όλες θαμπές. Σαν να τις βλέ

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=