Στην καρδιά της Κούβας

[ 18 ] διό της. Ετοιμάζει ένα coffee table book. Πήρα μια έκφραση όλο απορία. Εκείνη δεν το αντιλήφθηκε. Είναι απόλυτα συγκεντρωμένη στα ίδια της τα λόγια. Ο Νταρίο τη διακόπτει: «Excuse me, Κέιτ. Ένα coffee table book είναι ένα από αυτά τα βιβλία μεγάλου σχήματος που έχουν πολλές φωτογραφίες και μι­ κρά κείμενα και τα βάζουν στα μικρά τραπεζάκια, coffee table. Εί­ ναι πιο πολύ για να τα χαζεύεις παρά για να τα διαβάζεις…, ελα­ φρά. Do you understand me?» «Ααα, ναι». Χαμογελάσαμε. Η Κέιτ συνεχίζει να εξηγεί πώς εργάστηκε αυτή τη βδομάδα, εντατικά. Έκανε επαφές με φωτογράφους και άλλους συγγραφείς. Έχει μια λίστα με ονόματα. Τη βάζει μπροστά μου για να της ρίξω μια ματιά. Σκέφτονται να βγάλουν το βιβλίο τον Νοέμ­ βριο για να πουληθεί τα Χριστούγεννα. Θέλει ένα κείμενο δικό μου και με ρωτάει: «Έχεις καμιά ιδέα στα σκαριά;». «Για το κείμενο;» Μου αποκρίνεται με μια ανυπόμονη κίνηση, γέρνοντας το κε­ φάλι και κλείνοντας τα μάτια, σαν να λέει: «Εννοείται, μην επανα­ λαμβάνεις ό,τι λέω». Εμένα μου έρχεται να γελάσω όταν τη βλέπω σ’ έναν παροξυσμό παραγωγικότητας. Βάζω τα γέλια και της λέω: «Δεν έχω την παραμικρή ιδέα για τίποτα. Η ζέστη λιώνει τον εγκέφαλό μου». Κάνει πως δεν ακούει το αστείο μου…ή δεν καταλαβαίνει καλά τα καστιλιάνικα… ή σβήνει αυτόματα όλα τα δεδομένα που δεν αφορούν το πρόγραμμά της. Επιμένει: «Χρειάζομαι αυτή την πληροφορία όσο το δυνατόν συντομότε­ ρα. Και πρέπει να σου εξηγήσω τι θέλουμε και τους όρους».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=