Σώσε με

Σ Ω Σ Ε Μ Ε 13 των δέντρων έτρεφαν για χρόνια εκείνον τον ήχο που είχε ακού- σει και άλλες φορές όταν ήταν παιδί. Ένα ουρλιαχτό που ο πατέρας του του είχε αφηγηθεί μέσα από τον θρύλο των πομά- κων γυναικών που πριν από είκοσι χρόνια έχασαν τα παιδιά τους και από τότε τριγυρνούσαν στα σκοτάδια, ανάμεσα σε κορμούς χοντρών πεύκων, βελανιδιών και σφενδάμνων, κορμιών αλεπούδων, ζαρκαδιών και σκίουρων, ντυμένες μέσα στις μαύ- ρες τους μαντίλες, όμοιες με τις μορφές μαύρων λύκων. Μια παγωμένη πνοή ανέμου πέρασε πάνω από τα χόρτα και απλώθηκε στη νοτισμένη παλάμη του άντρα. Ο Πέπλος συνέχι- ζε να γρυλίζει την ίδια στιγμή που ο άντρας κατέβασε τον σκούφο μέχρι τα αυτιά. Εκείνη τη στιγμή θα τη θυμόταν αργότερα ως την πρώτη φορά που ένιωσε την ανάγκη να προστατευτεί από κάτι που δεν μπορούσε να εξηγήσει. Μια πεποίθηση πως η ιστορία που του είχε διηγηθεί ο πατέρας του ήταν αληθινή. Ο άντρας έκανε την πρώτη προσπάθεια να σταματήσει το τρέμουλο στα ακρο- δάχτυλά του και να ξεκινήσει να περπατά. Έκρυψε τα χέρια του στις τσέπες του μπουφάν, ενώ ταυτόχρονα ένιωσε τη θέρμη από την τριχωτή γούνα του Πέπλου να χάνεται από τα πόδια του. Δεν πρόλαβε να πιάσει το λουρί, όταν το τσομπανόσκυλο απομακρύνθηκε με δύο σάλτα και ξεκίνησε να τρέχει γαβγίζο- ντας προς το δάσος. Άκουσε το γάβγισμα να εξασθενεί, καθώς το τσομπανόσκυ- λο είχε προλάβει να τρέξει πενήντα μέτρα μακριά, και τότε συνέβη ξανά. Ο ίδιος ήχος, η ίδια ανατριχίλα στο κορμί του. «Πέπλο!» ούρλιαξε, μα ήταν αργά. Το σκυλί είχε εξαφανιστεί από τα μάτια του.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=