Germania: Σκοτεινό Βερολίνο (pocket)

[ 29 ] δοκαριών, που είχαν σφηνώσει εκ των υστέρων στουπόγειο, οΟπεν­ χάιμερ είχε πάντα την εντύπωση ότι εκεί κάτω έμοιαζε με στοά ορυ­ χείου. Παρ’ όλα τα μέτρα ασφάλειας, η μίζερη ξυλοροφή δεν πρό­ σφερε κανενός είδους προστασία στην περίπτωση που έπεφτε μια βόμβα στο κτίριο. Ουσιαστικά ήταν πιο συνετό να αναζητήσεις καταφύγιο στο ύπαιθρο, όπου ο κίνδυνος να θαφτείς ζωντανός κάτω από έναν σωρό μπάζα ήταν αισθητά μικρότερος. Στους ενοί­ κους των εβραϊκών σπιτιών δεν είχαν χορηγηθεί αντιασφυξιογόνες μάσκες, καθώς τους θεωρούσαν εν δυνάμει εχθρούς του κράτους, και επίσης τους είχε απαγορευτεί η κατοχή ραδιοφώνων, ώστε να μην υπάρχει καμιά δυνατότητα επικοινωνίας με τον έξω κόσμο. Όταν μπήκε οΟπενχάιμερστο υπόγειο καταφύγιο, οι άλλοι ένοι­ κοι του εβραϊκού σπιτιού ήταν ήδη εκεί μαζεμένοι: Το ζεύγοςΜπέρ­ γκμαν, οι Σλέσινγκερ και ο δόκτωρ Κλάιν, ο οποίος είχε την ευθύνη του φαρμακείου και πάντα πρόχειρο, για περίπτωση έκτακτης ανά­ γκης, το ιατρικό του βαλιτσάκι. Ο γερο-Σλέσινγκερ έκλεισε το μάτι στον Οπενχάιμερ κάτω από το ατσάλινο κράνος του, ενθύμιο από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. «Πήγε στο εργοστάσιο σήμερα η γυναίκα σας;» ρώτησε ο γέρος. «Δεν φάνηκε ακόμη». ΟΟπενχάιμερ σάστισε. «Άλλο και τούτο πάλι! Δεν μου είπε τίπο­ τα». «Σας το είπα, έπρεπε να είχατε κοιτάξει, Σλέσινγκερ» μουρμού­ ρισε ο δόκτωρ Κλάιν στη γωνιά του. Κατέβαλε προσπάθεια να ανα­ σηκώσει το βαρύ του σώμα. «Αφήστε το, γιατρέ» είπε ο Οπενχάιμερ. «Θα το φροντίσω εγώ». Ο Οπενχάιμερ βρισκόταν στα μισά της τελευταίας σκάλας που οδηγούσε στο διαμέρισμά του, όταν κοκάλωσε. Γκάζι.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=