Σκοτεινό Βερολίνο - Germania

G E R M A N I A : Σ Κ Ο Τ Ε Ι Ν Ο Β Ε Ρ Ο Λ Ι Ν Ο 15 και ο ξένος ακουμπισμένος στο κάσωμα της πόρτας. Ύστερα αντήχησε η φωνή του άντρα. «Το ξέρω ότι έχετε ξυπνήσει, Οπεν- χάιμερ. Ασφάλεια. Θα θέλατε να ντυθείτε σιγά σιγά και να με ακολουθήσετε;». Αν και είχε διατυπωθεί ως ερώτηση, ωστόσο ο τόνος ήταν ξεκάθαρος. Ο ομιλητής δεν ανεχόταν αντιρρήσεις. Ο Οπενχάιμερ δεν τόλμησε να ανάψει το πορτατίφ. Νιώθοντας να δονείται εσωτερικά, σηκώθηκε και ψάρεψε τα ρούχα του από την πλάτη της καρέκλας. Δεν πέρασε καν από τον νου του να ρωτήσει τι γύρευε ένα όργανο της Ασφάλειας * εκεί. Μηχανικά διέσχισε την κουζίνα που μοιράζονταν με τους υπόλοιπους ενοί- κους του εβραϊκού σπιτιού. Του προκαλούσε πάντα έκπληξη το πόσο πρόθυμος ήταν να υπακούσει όταν ένιωθε φοβισμένος, όταν ήξερε ότι το πεπρωμένο του ήταν σε ξένα χέρια. Για μια στιγμή σκέφτηκε τη Λίζα, που θα την άφηνε απροστάτευτη. Ωστόσο, ως επισήμως χαρακτηρισμένη Άρια, η θέση της δεν θα ήταν πολύ άσχημη αν τον σκότωναν. Ύστερα από αυτό θα ήταν ελεύθερη και όχι αποκλεισμένη από την κοινότητα, επειδή ήθελε σώνει και καλά να παντρευτεί έναν Εβραίο. Παρά τον έντονα θανάσιμο φόβο του, η σκέψη αυτή του πρόσφερε σχετική παρηγοριά. Στο κλιμακοστάσιο έκαιγε το φως , και ο Οπενχάιμερ είδε τον ξένο πρώτη φορά. Η όψη του τον προσγείωσε ελαφρώς. Φορούσε γυαλιά και ήταν μάλλον κοντός. Ωστόσο, το χέρι του στη φουσκω- μένη τσέπη του παλτού του μαρτυρούσε την ύπαρξη όπλου. Ο Οπενχάιμερ παραξενεύτηκε που κανένας από τους άλλους ενοί- κους δεν είχε ξυπνήσει. Ούτε καν οι Σλέσινγκερ δεν γλιστρούσαν αθόρυβα στους διαδρόμους. Προφανώς, μόνο αυτόν είχαν βάλει στο μάτι. Ο ασφαλίτης έριξε μια ματιά στη βαλίτσα που κουβαλούσε ο * Ein Mann vom SD: ένα όργανο της Υπηρεσίας Ασφάλειας (Sicherheitsdienst). (Σ.τ.Μ.)

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=