Σκοτεινός τόπος

[ 18 ] μου και οι δύο μεγαλύτερες αδερφές μου σφάχτηκαν από το χέρι του Μπεν. Εγώ, η μόνη που επέζησα, τον κατονόμασα ως δολοφόνο τους. Ήμουν το γλυκό πλασματάκι που έφερα τον λάτρη του Σατανά αδερφό μου ενώπιον της δικαιοσύνης. Έγινα πρώτη είδηση. Το περιο­ δικό Enquirer βγήκε με εξώφυλλο τη δακρύβρεχτη φωτογραφία μου και τίτλοΤO ΠΡOΣΩΠOΤOΥ ΑΓΓΕΛOΥ. Κοίταξα από τον εσωτερικό καθρέφτη του αυτοκινήτου και διέ- κρινα ακόμα και τώρα το παιδικό αγγελικό προσωπάκι μου. Oι φα- κίδες μου έχουν ξεθωριάσει, τα δόντια μου είναι πλέον ίσια, αλλά η ανασηκωμένη μυτούλα παραμένει, όπως και τα στρογγυλά γατίσια ματάκια. Τα μαλλιά μου τα βάφω τώρα, πλατινέ, και οι κόκκινες ρί- ζες είχαν αρχίσει πάλι να εμφανίζονται. Ήταν σαν να αιμορραγούσε το κρανίο μου, ειδικά με το ζεστό απογευματινό φως λίγο πριν από το ηλιοβασίλεμα. Ήταν φρικιαστικό. Άναψα τσιγάρο. Περνάω μή- νες χωρίς να καπνίσω κι ύστερα το θυμάμαι ξαφνικά: θέλω ένα τσι- γάρο. Έτσι είμαι εγώ, τίποτα δεν κολλάει. «Εμπρός, Μικρούλα Nτέι» είπα φωναχτά. Έτσι αποκαλώ τον εαυτό μου όταν αισθάνομαι μισητή. Βγήκα από το αμάξι και προχώρησα προς το εστιατόριο καπνί- ζοντας καθ’ οδόν, κρατώντας το τσιγάρο μου με το δεξί ώστε να μην αναγκαστώ να κοιτάξω το αριστερό μου, το πετσοκομμένο. Κόντευε να βραδιάσει: ταξιδιάρικα σύννεφα αρμένιζαν στον ουρα- νό σαν τα κοπάδια των βούβαλων στις πεδιάδες και ο ήλιος ήταν αρκετά χαμηλά ώστε να τα βάφει όλα κόκκινα. Προς τη μεριά του ποταμού ανάμεσα σε καμπύλες εξόδους προς τον αυτοκινητόδρο- μο, τα εγκαταλειμμένα σιλό των σιτηρών έστεκαν άδεια, σκοτεινά και χωρίς κανένα σκοπό. Διέσχισα ολομόναχη το πάρκινγκ βαδίζοντας πάνω σε έναν γα-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=