Σκοτεινός κήπος
41 Σ Κ Ο Τ Ε Ι Ν Ο Σ Κ Η Π Ο Σ καλούν σε δείπνο από συμπόνια, βάζοντάς τον να καθίσει δίπλα σε χωρισμένες που όλο το βράδυ κακολογούν τους πρώην τους». «Εντάξει, αλλά δεν χρειάζεται να ξεσπάει πάνω μου» είπα. Μπορούσα πράγματι να φανταστώ τον Ντεκ να καταλήγει έτσι ακριβώς, θα ήταν όμως αποκλειστικά δικό του φταίξιμο και, αν ρωτούσες τη γνώμη μου εκείνη τη στιγμή, θα του άξιζε. Ο Σον είχε αράξει πίσω στο κάθισμά του και με παρακο λουθούσε με έκφραση που υποδήλωνε ότι το διασκέδαζε ή ότι είχε κεντριστεί ελαφρώς το ενδιαφέρον του. Πάντα είχε αυτόν τον αέρα της άνετης αποστασιοποίησης, λες και ήταν ελαφρώς υπεράνω σε σχέση με τους υπόλοιπους, χωρίς ιδιαίτερη προ σπάθεια ή αυταρέσκεια. Το απέδιδα αόριστα στον θάνατο της μητέρας του όταν ήταν τεσσάρων, γεγονός που μου προκαλού σε ένα μείγμα αποστροφής, ντροπής και δέους, μπορεί όμως και να είχε να κάνει απλώς με το μέγεθός του, αφού ήταν μεγαλόσωμος. Σε όλες τις περιστάσεις που περιλάμβαναν κα τανάλωση αλκοόλ ο Σον ήταν πάντα, αναπόφευκτα, εκείνος που μεθούσε λιγότερο από τους υπόλοιπους. Όταν δεν απάντησε, είπα: «Τι; Τώρα πιστεύεις κι εσύ ότι είμαι ένας κακούργος θα τσερικός Φάγκιν*;» «Ειλικρινά;» «Ναι, ειλικρινά». Ο Σον τίναξε τα υπολείμματα των φιστικιών από τις παλά μες του και είπε: «Πιστεύω ότι όλα αυτά είναι παιδιάστικα». Δεν κατάλαβα αν έπρεπε να προσβληθώ ή όχι. Υποτιμούσε * Αναφορά στον χαρακτήρα του Ντίκενς από το έργο του Όλιβερ Τουίστ, αρχηγό μιας συμμορίας πορτοφολάδων, εκμεταλλευτή παιδιών και από τους πιο γνωστούς αντισημίτες της αγγλικής λογοτεχνίας. (Σ.τ.Μ.)
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=