Σκοτεινός κήπος

40 T A N A F R E N C H Συνέχισε να με κοιτάζει έντονα για λίγο ακόμη, όμως κι εγώ δεν αποτράβηξα το βλέμμα μου, ώσπου τελικά κούνησε το κεφάλι του με νόημα και κατευθύνθηκε προς την μπάρα. Αυτή τη φορά δεν μπήκε καν στον κόπο ν’ αποφύγει τη μελαχρινή – όχι πως εκείνη το παρατήρησε. «Τι διάολο;» απαίτησα να μάθω όταν δεν με άκουγε πια. «Τι ήταν όλο αυτό;» Ο Σον ανασήκωσε τους ώμους. Με τον τελευταίο γύρο είχα φέρει μερικά σακουλάκια φιστίκια –δεν είχα φάει βραδινό, η διευθέτηση της κατάστασης με το Λαμόγιο με είχε κρατήσει στο γραφείο μέχρι αργά– και είχε εντοπίσει κάποιο που είχε κάτι ύποπτο. Το μεγαλύτερο μέρος της προσοχής του φαινόταν στραμμένο σ’ αυτό. «Δεν πλήγωσα κανέναν. Κανένας δεν πληγώθηκε . Κάνει λες και σκότωσα τη γιαγιά του ». Είχα φτάσει στην πιο κρίσιμη φάση εκείνης της βραδιάς. Ήμουν γερμένος πάνω στο τραπέζι, ίσως κάπως υπερβολικά γερμένος, δεν είμαι σίγουρος. «Και, τέλος πάντων, ποιος είναι αυτός για να μιλάει; Κι ο ίδιος έχει κάνει χαζά πράγματα στο παρελθόν. Πολλές φορές». Ο Σον ανασήκωσε πάλι τους ώμους. «Είναι πιεσμένος» είπε μασουλώντας ένα φιστίκι. «Πάντα είναι». «Σκέφτεται να τα ξαναβρεί με την Τζένα». «Τι πράγμα;» Η Τζένα ήταν η τελευταία πρώην του Ντεκ, μια ολοφάνερα τρελή δασκάλα, κάμποσα χρόνια μεγαλύτερή μας, που κάποτε μου είχε χαϊδέψει το μπούτι κάτω απ’ το τραπέζι σε μια παμπ, κι όταν την κοίταξα έκπληκτος, μου έκλεισε το μάτι και μου έβγαλε τη γλώσσα. «Ναι. Δεν του αρέσει καθόλου να είναι μπακούρι. Λέει ότι έχει μεγαλώσει πολύ για πρώτα ραντεβού, δεν μπορεί να διαχειριστεί με τίποτα τη φάση Tinder και τα λοιπά και δεν θέλει να καταλήξει ένας θλιβερός σαραντάρης που τον

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=