Σκοτεινά Βάθη

13 Ο ήλιος έλαμψε καλοσυνάτα με το μάτι του ψηλά εκεί πάνω και έπεμψε προς τα κάτω μερικές αχτίδες που μοιράστηκαν και έπεσαν λίγο πιο κάτω από την επιφάνεια του νερού. Η δέσμη φωτός από τον φακό κεφαλής που φορούσε άρχισε να εξασθενεί· έπρεπε φυσικά να είχε φορτίσει τις μπαταρίες. Τέλος πάντων, δεν είχε να κάνει πολλά ακόμα. Ο Μάρτιν άφησε το βλέμμα του να γλιστρήσει στις αράδες κρεμασμένων αρμαθιών καλλιέργειας που ήταν γεμάτες από φύ­ κια και μύδια, σαν κιονοστοιχίες σε θαλάσσιο κήπο. Έπειτα από λίγο είχε φτάσει στο τελευταίο αγκυροβόλιο κάτω στον πυθμένα. Δοκίμασε την αντοχή και τη σταθερότητα τραβώντας μερικές φορές το σχοινί. Του φάνηκε ανέπαφο. Κανένα σημάδι ζημιάς. Όλα φαίνονταν μια χαρά. Γύρισε, ανέπτυξε ταχύτητα μ’ ένα τίναγμα των βατραχοπέδι­ λων και κοίταξε το σχοινί που απλωνόταν κατά μήκος του θαλάσ­ σιου πυθμένα. Η μία άκρη του ήταν γερά στερεωμένη στη μυδο­ καλλιέργεια και η άλλη στην αποβάθρα στη στεριά. Άρχισε να νιώθει για τα καλά το κρύο, τα χέρια και η πλάτη του είχαν πολλή ώρα μουδιασμένα, αλλά τώρα είχε παγώσει και όλος ο κορμός, δεν τον ένιωθε καθόλου, ήταν σαν ένα κομμάτι νεκρή σάρκα. Τέτοια εποχή, Γενάρη μήνα, δεν συνέβαιναν και πολλά στη θάλασσα. Άντε να έβλεπε κανείς ένα καβουράκι που έτρεχε και κρυβόταν στην άμμο ή κάποιο πλατύψαρο που έμενε ακίνητο περιμένοντας καλύτερες μέρες, αλλά ουσιαστικά ήταν τόσο κρύα τα νερά ώστε να σταματάει σε μεγάλο βαθμό η θαλάσσια ζωή. Ήταν διαφορετικά τα πράγματα κατά τα τέλη του φθινοπώ

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=