Η σκιά του κυνηγού

Η Σ Κ Ι Α ΤΟΥ Κ Υ ΝΗ Γ ΟΥ 21 σοστό του πληθυσμού της αποικίας, να λένε ότι η Λα Γιορόνα, η Κλαίουσα Γυναίκα, είχε έρθει κι αυτή μαζί τους από το Με­ ξικό, είχε διασχίσει τα αστέρια και τώρα περιπλανιόταν τις νύχτες σ’ αυτόν τον καινούργιο πλανήτη, θρηνώντας όχι μόνο όλα τα παιδιά που είχαν χαθεί πίσω στη Γη αλλά και όλους όσοι θα πέθαιναν σ’ ετούτον τον σκληρό καινούργιο κόσμο. Ο Ραμόν, φυσικά, δεν τις πίστευε αυτές τις βλακείες. Παρ’ όλα αυτά, όταν το στοιχειωμένο κλάμα του πουλιού υψώθηκε σε ένα σπαραχτικό κρεσέντο, άθελά του ανατρίχιασε. Τώρα που είχε απομείνει μόνος, μετάνιωνε που είχε μαχαι­ ρώσει τον Ευρωπαίο · δεν έφτανε να του ρίξει απλώς κάμποσες γερές, να τον εξευτελίσει, να τον κάνει να κλαψουρίζει σαν γυναικούλα; Αλλά όταν έπινε και θύμωνε με κάτι, πάντα το παραξήλωνε. Δεν έπρεπε να είχε πιει τόσο πολύ, κάθε φορά που ανακατευόταν με ανθρώπους αυτά πάθαινε. Κάθε φορά που βρισκόταν στην πόλη ξεκινούσε τη βραδιά του με ένα σφίξιμο στο στομάχι και, αφού έπινε αρκετά για να λυθεί ο κόμπος, πάντοτε βρισκόταν κάποιος που κάτι θα έλεγε ή θα έκανε κάτι και θα τον εξαγρίωνε. Οι καβγάδες του δεν κατέ­ ληγαν πάντα σε μαχαιρώματα, αλλά σπανίως είχαν καλή κα­ τάληξη. Δεν το επιδίωκε, αλλά ούτε και ντρεπόταν γι’ αυτό. Στο κάτω κάτω της γραφής, ήταν σκληρός άντρας – ένας ανε­ ξάρτητος επαγγελματίας ανιχνευτής κοιτασμάτων, σε μια άγρια συνοριακή αποικία, που ακόμη δεν είχε συμπληρώσει καλά καλά ούτε μια γενιά από την ίδρυσή της. Μα τον Θεό, ο Ραμόν Εσπέχο ήταν σκληρός άντρας! Έπινε άγρια, πάλευε άγρια και πηδούσε τη φιλενάδα του τόσο άγρια όσο πάλευε. Κι όποιου δεν του άρεσε, καλά θα έκανε να κρατήσει τη γαμημένη γνώμη του για τον εαυτό του!

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=