Σινέ Λαύκος
26 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΙΑΤΑΣ στία των φρένων του, αλλά έχοντας διανύσει με αυτό τον τρόπο τουλάχιστον μισό χιλιόμετρο. Πήρα το σακ βουαγιάζ μου, κουμπώθηκα μέχρι το πρόσωπο για να αντιμετωπίσω το κρύο, οι υδραυλι- κές πόρτες, κάνοντας εκνευριστικό θόρυβο, σαν στρι- γκλιές γυναικών πριν τον βιασμό, άνοιξαν. «Με κατέ- βασες πολύ μακριά… να το ξέρεις...» είπα αυστηρά, αλλά ο οδηγός κοιτώντας μπροστά δεν μου απάντησε ούτε με λόγια, αλλά ούτε με τα μάτια, αφού κοιτούσε το άπειρο, δηλαδή το επόμενο χωριό. Κατέβηκα, έπρεπε να περπατήσω προς τα πίσω. Τον δρόμο τον υποψιαζόμουνα και το χωριό το ίδιο, αφού είχε γίνει ένα με το λευκό του χιονιού που έπε- φτε ασταμάτητα. Η υδραυλική πόρτα, με τις φωνές γυναικών, στρί- γκλισε πάλι κλείνοντας, και αποχαιρετώντας την οποιαδήποτε επικοινωνία με τον πολιτισμό. Ξεκίνησε αργά, για να χαθεί γρήγορα η εικόνα του, αφού ο χιονιάς φάνηκε σαν να τον κατάπιε από τον ορίζοντα. Είχε νυχτώσει, το λευκό του χιονιού φώτιζε το τοπίο σαν αυτές τις μακριές λευκές λάμπες των κρεοπωλείων. Γνώριζα το χωριό και τον δρόμο που δεν φαινόταν – θα ήταν προτιμότερο αντί για «γνώ- ριζα» να αντικαταστήσω με τη λέξη «υποψιαζόμουν».
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=