Σάγκι Μπέιν

13 Ένα Η μέρα ήταν μελαγχολική . Εκείνο το πρωί το μυαλό του τον εγκα­ τέλειψε και άφησε το σώμα του να περιφέρεται εδώ κάτω. Άδειο το σώμα διάβαινε αδιάφορα μες στη ρουτίνα του, ωχρό κι ανέκφραστο κάτω απ’ τους λαμπτήρες φθορίου, καθώς η ψυχή του αιωρούνταν πάνω απ’ τους διαδρόμους και συλλογιζόταν μονάχα το αύριο. Σ’ αυτό το αύριο είχε τις απαντοχές του. Ο Σάγκι ήταν μεθοδικός καθώς τακτοποιούσε τα πράγματα για τη βάρδιά του. Όλα τα βάζα με τις σάλτσες και τις κρέμες είχαν μετα­ φερθεί σε καθαρούς δίσκους. Οι άκρες σκουπίστηκαν για να φύγουν οι πιτσιλιές που σύντομα θα σκούραιναν και θα διέλυαν κάθε εντύ­ πωση φρεσκάδας. Το ζαμπόν σε φέτες ήταν αριστοτεχνικά τοποθε­ τημένο και γαρνιρισμένο με ψεύτικα κομματάκια μαϊντανού, και οι ελιές ήταν έτσι γυρισμένες, ώστε ο γλιτσερός χυμός τους να γλιστρά σαν βλέννα πάνω στους πράσινους φλοιούς τους. Χωρίς ίχνος αμηχανίας, η Αν Μαγκί του τηλεφώνησε ξανά εκείνο το πρωί για να του πει πως ήταν άρρωστη και για να του φορτώσει την άχαρη δουλειά να κρατήσει ολομόναχος μαζί με τον δικό του πάγκο με τις λιχουδιές όσο και τη δική της γωνία με την ψησταριά. Καμία μέρα δεν άρχιζε καλά με έξι ντουζίνες ωμά κοτόπουλα, και περισσότερο απ’ όλες τις ημέρες, η σημερινή ήταν αυτή που στερού­ σε από τις ονειροπολήσεις του κάθε γλύκα. Έχωνε τη σούβλα μέσα σε κάθε κρύο, πεθαμένο κοτόπουλο και τα τοποθετούσε προσεκτικά σε μια σειρά. Αυτά στέκονταν εκεί με τα αλύγιστα φτερά τους σταυρωμένα πάνω στα παχιά στηθάκια τους σαν ακέφαλα μωρά. Έναν καιρό καμάρωνε για τούτη την τάξη. Στην πραγ­ ματικότητα, το εύκολο ήταν να σπρώξει το μέταλλο μες στη γεμάτη

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=