Σάγκι Μπέιν (Συλλεκτική έκδοση)

D O U G L A S S T U A R T 22 μαλλιά του, και μπορούσε να μυρίσει το μουχλιασμένο πανωφόρι του άντρα με τα κίτρινα δόντια που έτρωγε μόνο ό,τι μύριζε σαν βουτυ­ ρωμένο ποπκόρν ή ψάρι με κρέμα. Αργότερα, όταν πλησίαζε η ώρα να κλείσουν οι παμπ, ο Σάγκι μπορούσε να καταλάβει αν οι άντρες γύρισαν ασφαλείς στο σπίτι. Το μπάνιο που μοιράζονταν είχε μια τζαμόπορτα γεμάτη πιτσιλιές. Εκείνος έβαλε το μάνταλο και για μια στιγμή έστεκε τραβώντας το πόμολο για να βεβαιωθεί αν το μάνταλο έπιασε καλά. Ξεκούμπωσε το βαρύ μπουφάν του, το έβγαλε και το άφησε σε μια γωνιά. Άνοιξε το ζεστό για να δοκιμάσει το νερό, η βρύση έβγαζε όσο χλιαρό νερό είχε μείνει κι έπειτα έκανε δυο φορές παφ παφ και το νερό άρχισε να τρέχει πιο κρύο κι από τα νερά του ποταμού Κλάιντ. Το παγωμένο σοκ που δοκίμασε ο Σάγκι τον έκανε να χώσει στο στόμα τα δάχτυλά του. Πήρε τότε ένα νόμισμα των πενήντα πενών, το γύρισε με πέν­ θιμο ύφος και το έσπρωξε μέσα στον θερμοσίφωνα, παρακολουθώντας ταυτόχρονα τη φλογίτσα του γκαζιού να ζωντανεύει. Όταν ξανάνοιξε τη βρύση, το νερό έτρεχε πάλι παγωμένο κι έπει­ τα, μ’ ένα βήξιμο, ξεπετάγονταν πίδακες βραστού νερού. Εκείνος μούσκεψε το υγρό πανί για τα πιάτα, το πέρασε πάνω στο παγωμένο στήθος του και τον άσπρο του λαιμό, χαρούμενος που αυτό άχνιζε απ’ τη ζέστη. Βύθισε το πρόσωπο και το κεφάλι του μέσα στη σπάνια ζέστη, έμεινε σ’ αυτή τη στάση κι ονειρεύτηκε πως γέμιζε ως απάνω μια μπανιέρα. Σκέφτηκε πως ξάπλωνε κάτω από το ζεστό νερό μακριά από τις οσμές των άλλων νοικάρηδων. Είχε περάσει πολύς καιρός από τότε που είχε νιώσει τελευταία φορά να ξεπαγιάζει σύγκορμος, και την ίδια ακριβώς στιγμή να ζεσταίνεται ολόκληρο το κορμί του. Σηκώνοντας το μπράτσο του ανέβασε το κουρέλι από τον καρπό ίσαμε πάνω από τον ώμο του. Τέντωσε το μούσκουλο του μπράτσου του και τύλιξε τα δάχτυλά του γύρω από τον δικέφαλο. Αν προσπα­ θούσε στ’ αλήθεια, μπορούσε σχεδόν να τυλίξει ολόκληρο το χέρι του γύρω απ’ αυτόν, και αν το πίεζε δυνατά μπορούσε να νιώσει το περί­ γραμμα του οστού. Η μασχάλη του ήταν σκεπασμένη με ένα λεπτό χνούδι, σαν τα φτεράκια ενός μικρού παπιού. Πλησίασε εκεί τη μύτη του · μύριζε κάτι γλυκό και καθαρό, και τίποτ’ άλλο. Τσίμπησε το

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=