Σάγκι Μπέιν (Συλλεκτική έκδοση)

D O U G L A S S T U A R T 18 τρίξιμο καθώς ξαναγυρνούσε στη ζωή. Ξαπλωμένος στο στενό κρε­ βάτι του, ξυνόταν με θόρυβο και προσευχόταν με αναστεναγμούς για να βρει τη θέληση να σηκωθεί. Τα πόδια του χτύπησαν το πάτωμα μ’ έναν κρότο υπόκωφο σαν τους σάκους του χασάπη με τα βαριά κρέα­ τα, κι αυτό ακούστηκε σαν η προσπάθειά του να σύρει τα πόδια προς την πόρτα διασχίζοντας το δωματιάκι. Ψαχούλεψε τις γνώριμες κλει­ δαριές και βγήκε στο πάντα σκοτεινό χολ, βρίσκοντας στα τυφλά τον δρόμο του, με τα χέρια του να γλιστρούν στον τοίχο και να πέφτουν στην εξωτερική πλευρά της πόρτας του Σάγκι. Το αγόρι κράτησε την ανάσα του καθώς τα δάχτυλά του περνούσαν πάνω στο ύφασμα με τις χάντρες. Μόνο όταν άκουσε το κορδόνι για το φως στο μπάνιο να κάνει πλινκ πλινκ, μόνο τότε κινήθηκε ο Σάγκι. Ο γέρος άρχισε να βήχει και να παίρνει βαθιές ανάσες για να ξαναζωντανέψουν τα πνευ­ μόνια του. Ο Σάγκι προσπαθούσε να μην τον ακούει καθώς κατούρα­ γε και ταυτόχρονα έφτυνε φλέματα στην τουαλέτα. Το πρωινό φως είχε το χρώμα τσαγιού με πολύ γάλα. Γλίστρησε στην γκαρσονιέρα σαν δειλό φάντασμα, διασχίζοντας το χαλί και ανεβαίνο­ ντας αργά στα γυμνά του πόδια. Ο Σάγκι έκλεισε τα μάτια του και προσπάθησε να το νιώσει να σέρνεται εκεί, δεν υπήρχε όμως καμιά ζεστασιά στο άγγιγμά του. Περίμενε ώσπου σκέφτηκε ότι θα μπορού­ σε να τον έχει σκεπάσει τελείως, και τότε ξανάνοιξε τα μάτια του. Εκατοντάδες ζευγάρια ζωγραφιστά μάτια του ανταπέδιδαν το βλέμμα του, όλα πονεμένα ή μοναχικά, όπως ήταν πάντα. Οι πορσε­ λάνινες μπαλαρίνες με τις κουκλίτσες, η Σπανιόλα με τους ναύτες που χόρευαν, και το χωριατόπαιδο με το ροδαλό πρόσωπο που έσερ­ νε ξοπίσω του το τεμπέλικο άλογό του. Ο Σάγκι τακτοποίησε προσε­ κτικά τα στολίδια στο περβάζι του παραθύρου. Είχε περάσει άπειρες ώρες με τις επινοημένες ιστορίες τους. Ο βαριά οπλισμένος σιδεράς ανάμεσα στα παιδιά της χορωδίας με τα αγγελικά προσωπάκια ή τα αγαπημένα του, τα εφτά περίπου γιγάντια μωρά γατάκια που χαμο­ γελούσαν και απειλούσαν τον τεμπέλη βοσκό. Αυτά τουλάχιστον έδιναν έναν κάπως εύθυμο τόνο στο δωμάτιο. Ο χώρος ήταν μάλλον ψηλός παρά μακρύς, και το μοναδικό κρεβάτι του ήταν στημένο στη μέση σαν χώρισμα. Στη μια μεριά βρισκόταν ένας

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=