Το σημείο του Μπόρκμαν
14 H A K A N N E S S E R ταίες σταγόνες από το ουίσκι του. «Λέω να γυρίσω σπίτι, στην κυρά μου». Εάν θυμόταν καλά ο Σάλκε, δηλαδή. Εν πάση περιπτώσει, ο δημοσιογράφος προσπάθησε να τον μεταπείσει. Του θύμισε ότι ήταν μόλις έντεκα η ώρα, ότι είχαν ακόμη τη νύχτα μπρο στά τους και τα λοιπά. Αλλά ο Σίμελ ήταν ακλόνητος. Ναι, ακλόνητος. Αυτή ήταν η σωστή λέξη. Κατέβηκε από το σκαμνί του μπαρ. Ίσιωσε τα γυαλιά του, έστρωσε εκείνη τη μίζερη τούφα μαλλιών πάνω στη φαλάκρα του, όπως έκανε πάντα –λες και θα ξεγελούσε κανέναν έτσι–, μουρμούρισε κάτι και αποχώρησε. Η τελευταία εικόνα που είχε από κείνον ο Σάλκε ήταν το φωτεινό περίγραμμα της πλάτης του, όταν στά θηκε στο άνοιγμα της πόρτας του μπαρ, πριν αποφασίσει προς ποια κατεύθυνση θα πήγαινε. Εκ των υστέρων, αυτό ήταν μάλλον περίεργο. Για όνομα του Θεού, δεν ήξερε ο Σίμελ κατά πού έπεφτε το σπίτι του; Φυσικά, ίσως να στάθηκε μια στιγμή εκεί έξω για να γεμίσει απλώς τα πνευμόνια του με φρέσκο νυχτερινό αέρα. Ήταν μια ζεστή μέρα. Δεν είχε τελειώσει ακόμη το καλοκαίρι και τα βρά δια είχαν μια γλύκα εμποτισμένη από μήνες λιακάδας. Πλού σια, μεστή και ραφινάτη. Λες κι ήταν φτιαγμένα για να τα πίνεις αργά, με βαθιές γουλιές, είχε πει κάποιος. Εκείνα τα βράδια. Όντως, δεν ήταν άσχημη νύχτα για να κάνει κανείς το πέρα σμα στην άλλη πλευρά, όσο και αν ήταν απρεπής μια τέτοια σκέψη. Η αρθρογραφία του Σάλκε στην de Journaal αφορούσε κυρίως αθλητικά γεγονότα με μια δόση τοπικού φολκλόρ, αλ λά, με την ιδιότητά του ως του τελευταίου ανθρώπου που είχε μιλήσει με τον Ερνστ Σίμελ, κρίθηκε ότι ήταν ο πλέον αρμόδιος να γράψει το αγγελτήριο θανάτου του γνωστού κτηματομεσίτη, ενός… στυλοβάτη της κοινωνίας, θα μπορούσε να τον χαρακτη
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=