Σήκω από πάνω μου

ΣΗΚΩ ΑΠΟ ΠΑΝΩ ΜΟΥ 15 στις παλιατζούρες που σηματοδοτούσαν το αέναο κάθε νέου έτους; Ανοιχτός ο απορροφητήρας στην κουζίνα, δυο γυναικείες φωνές να παρεμβάλλονται, η μια της μάνας της, η άλλη ελαφριά και μελιστάλαχτη, σαν γαλακτομπούρεκο σερβι- ρισμένο σε μετάξι· μια τρίτη, μάλλον άχαρη, γρατζουνισμέ- νη από το ποτ πουρί των προεφηβικών ορμονών. Η στιλπνή χροιά του Βίκτωρα απούσα. Η Νίνα προσπάθησε να αφου- γκραστεί κίνηση στον επάνω όροφο, μα τίποτα, καμία δό- νηση στο ταβάνι. «Ιιιι…Με τα παπούτσια στο σαλόνι; Κοίτα πώς τα ’κανες!» Κοίταξε πρώτα τη μεγαλύτερη αδερφή της – πουπουλέ- νια ρόμπα ίδιο χρώμα με το μαλλί της γριάς, ασορτί παντό- φλες με κεντημένα σατέν τριανταφυλλάκια, ο χείμαρρος από τις ξανθές μπούκλες να πέφτει κοκαλωμένος στους ώμους της. Στη συνέχεια κοίταξε τα δικά της πόδια, τα λευ- κά σταράκια με τα κόκκινα κορδόνια που είχαν γίνει μαυ- ροκαφετιά από την πάστα των σαπισμένων φύλλων και τώρα ποδοπατούσαν τα πλουμιστά φτερά των πουλιών πά- νω στο χαλί. Προτού προλάβει να μιλήσει, να κι η μάνα της, η φου- ντωτή αλογοουρά πιασμένη στο πλάι μ’ ένα από τα λαστι- χάκια που χρησιμοποιούσε ο κυρ Ανέστης να δένει τα μα- τσάκια τον μαϊντανό. «Ε, όχι, ρε Νίνα. Όχι, ρε Νίνα!» Πήγε να διαμαρτυρηθεί, το γαλακτομπούρεκο τη διέκο- ψε, «βγάλ’ τα, τι περιμένεις», η Νίνα σκέφτηκε να τη διαο-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=