Σήκω από πάνω μου

14 ΛΙΝΑ ΒΑΡΟΤΣΗ βδομάδες τώρα κι ο δήμος δεν είχε ξεκουνηθεί ν’ αλλάξει τη σπασμένη λάμπα μπροστά από το εργαστήρι της μοδί- στρας. Τελευταία στιγμή ο Νόρμαν κρατήθηκε από πάνω της μην ξαπλωθεί φαρδύς πλατύς στις πέτρες, αυτή αίλου- ρος, τα πόδια της σίγουρα από τη συνήθεια. Στο βάθος του στενού μια κηλίδα αρρωστιάρικου φωτός χυνόταν από το παράθυρο του τελευταίου υπογείου, μαζί και μια φάλτσα χορωδία από κατάρες, ουρλιαχτά και πιατικά που έσπαγαν. Απέναντι, στο μπαλκόνι του δευτέρου, δυο φιγούρες γερ- μένες στα κάγκελα να χαζεύουν. Κοντοστάθηκε η Νίνα κι έμεινε να συλλογιέται τον σα- ματά που δεν έβλεπε και τις βολεμένες γυναικείες σιλουέ­ τες πιο ψηλά. «Come on» της είπε ο Νόρμαν «there’s nothing we can do about it». Βρεγμένες οι πλάκες της αυλής, μια κρούστα πάγου να γυρνά τα παπούτσια σε παγοπέδιλα. Η θέρμη του σπιτιού τούς καλωσόρισε φέρνοντας υποσχέσεις από παστίτσιο ή κάτι παρεμφερές. Ο Νόρμαν κοντοστάθηκε στο κατώφλι να βγάλει το παλτό του, η Νίνα δρασκέλισε την κούτα με τα μαζεμένα χριστουγεννιάτικα: χρυσαφιές και κόκκινες μπά- λες, ξύλινοι Αϊ-Βασίληδες και κουκουνάρια, κουλουριασμέ- νες τρέσες και μια σακούλα φαρμακείου τίγκα στα μαυρι- σμένα μπαμπάκια, ντεμέκ χιόνι. Πόσες μέρες την έβλεπε εκεί; Πόσα χρόνια την άδειαζαν και τη γέμιζαν ξανά, με- τρώντας απώλειες, βλέποντας τα χρώματα να ξεφλουδίζουν

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=