Νέφος θανάτου (Οι περιπέτειες του νεαρού Σέρλοκ Χολμς)

13 «Είμαι σίγουρος ότι δε θα φύγει δίχως εσάς, νεαρέ». Ο Σέρλοκ έκανε μια τελευταία απόπειρα ανυπακοής. «Οι αποσκευές μου...» Ο κύριος Τάλεϊ έριξε μια υποτιμητική ματιά στο ταλαι- πωρημένο ξύλινο μπαούλο του Σέρλοκ – κληροδότημα από τις στρατιωτικές περιοδείες του πατέρα του, με παλιούς λεκέδες από χώμα και γδαρμένο από τη χρήση ετών. «Δεν μπορώ να φανταστώ ποιος θα 'θελε να το κλέ- ψει» είπε «εκτός αν λάβει υπόψη την ιστορική του αξία. Θα φωνάξω έναν επιμελητή να το προσέχει. Βιαστείτε τώρα». Ο Σέρλοκ εγκατέλειψε απρόθυμα τα υπάρχοντά του –τα καθαρά πουκάμισα και εσώρουχα, τα βιβλία ποίησης και τα σημειωματάρια, όπου είχε αποκτήσει τη συνήθεια να σημειώνει τις ιδέες, τις σκέψεις, τις υποθέσεις του και όποια μελωδία τού ερχόταν στο μυαλό– και κατευθύν- θηκε στο προστέγασμα της εισόδου με τις κολόνες, στο μπροστινό μέρος του σχολικού κτιρίου, περνώντας μέσα από πλήθος μαθητών, γονιών και αδελφών, δίχως να χάνει από τα μάτια του την πύλη, όπου τώρα συνωστίζο- νταν άμαξες και άλογα, προσπαθώντας ταυτόχρονα άλλα να μπουν και άλλα να βγουν από το στενό πέρασμα. Το χολ της κύριας εισόδου ήταν επενδυμένο με ξύλο βελανιδιάς και περιστοιχιζόταν από τις μαρμάρινες προ- τομές προηγούμενων διευθυντών και ευεργετών, η καθε- μία σε χωριστό βάθρο. Δέσμες φωτός έπεφταν διαγώνια από τα ψηλά παράθυρα στο ασπρόμαυρο πλακόστρωτο

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=