Ρουθ

Ρ Ο Υ Θ 13 Κόσμος κατέβηκε ως την άκρη του νερού, με λάμπες ασε­ τυλίνης στα χέρια. Οι περισσότεροι στάθηκαν στην όχθη, όπου κι άναψαν αμέσως μια μεγάλη πυρά. Τα πιο ανεπτυγμένα αγόρια και οι πιο εύρωστοι νεαροί ανέβηκαν στη σιδηροδρο­ μική γέφυρα με σχοινιά και φανάρια. Δυο τρεις αλείφτηκαν με γράσο και ζεύτηκαν σχοινένια χάμουρα, και κάποιοι άλλοι με γερά μπράτσα τούς κατέβασαν στο νερό, στο σημείο όπου ο αχθοφόρος και ο σερβιτόρος θεωρούσαν ότι μάλλον έπεσε το τρένο. Μετά από δυο λεπτά με το ρολόι τούς ξανατράβηξαν πάνω. Οι δύτες σκαρφάλωσαν με άκαμπτα μέλη στους πυλώ­ νες, πέταξαν από πάνω τους τα σχοινιά και τυλίχτηκαν σε κουβέρτες. Το νερό ήταν επικίνδυνα παγωμένο. Ως τα χαράματα κράτησε αυτή η δουλειά: οι δύτες κρεμιού­ νταν από σχοινιά, έπεφταν στο νερό, ξανασκαρφάλωναν ή ξανατραβιούνταν έξω. Τα μόνα που ανέσυραν ήταν μια βαλί­ τσα, ένα ερεισίνωτο κι ένα λάχανο. Κάποιοι από τους δύτες θυμήθηκαν πως όταν πρωτοβούτηξαν και κολύμπησαν προς τον βυθό είχαν αγγίξει συντρίμμια, μα τα συντρίμμια πρέπει να βούλιαξαν στον πάτο, ή να παρασύρθηκαν μακριά στο σκο­ τάδι. Όταν πια σταμάτησαν να ελπίζουν ότι θα βρουν επιβά­ τες, δεν είχαν περισώσει άλλα λείψανα παρά μονάχα αυτά τα τρία, εκ των οποίων το ένα ευπαθές και αλλοιώσιμο. Άρχισαν να εικάζουν ότι τελικά δεν ήταν εκεί το σημείο όπου έπεσε το τρένο. Ορισμένοι αναρωτιούνταν πώς να κινήθηκε άραγε το τρένο μέσα στο νερό. Να βυθίστηκε σαν πέτρα παρά την ταχύτητά του, ή να γλίστρησε σαν χέλι παρά το βάρος του; Ακόμα κι αν άφησε ίχνη εδώ, μήπως σταμάτησε τελικά καμιά τριακοσαριά μέτρα παρακάτω; Ίσως πάλι να τσούλησε ή να γλίστρησε όταν έφτασε στον πάτο, μια και τα υποστυλώματα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=