Ρ Ω Τ Α Τ Η Σ Κ Ο Ν Η 19 θε στον κόσμο και συνέχισαν τη ζωή τους κανονικά. Και θυμήθηκα το εσωτερικό εκείνου του διαμερί- σματος, τη δυσωδία από τη σκόνη και τα ποντίκια, και τις γριές που τα ζεστά απογεύματα άραζαν στο κοινόχρηστο καθιστικό, κι εκείνη τη γριά με τις όμορφες γάμπες. Κατόπιν μου ήρθε στο μυαλό ο χειριστής του ασανσέρ, εκείνος ο κακορίζικος από το Μιλγουόκι, ο οποίος σε κοιτούσε ειρωνικά κάθε φορά που του έλεγες σε ποιον όροφο ήθελες να πας, λες και ήσουν κορόιδο που είχες επιλέξει τον συγκε- κριμένο όροφο, ο χειριστής του ασανσέρ που μέσα στο ασανσέρ είχε πάντα πλάι του έναν δίσκο με σά- ντουιτς κι ένα περιοδικό της πεντάρας με φτηνιά- ρικες ιστορίες. Ύστερα κατέβηκα τον λόφο και έφτασα στην οδό Όλιβ, πέρασα μπροστά από τις ξύλινες κατοικίες που ήταν γνωστές για τα φονικά που είχαν γίνει εκεί μέσα, και συνέχισα μέχρι να φτάσω στο Μέγαρο της Φιλαρμονικής, και μου ήρθε στο μυαλό εκείνη η φορά που είχα πάει μαζί με την Έλεν να ακούσουμε τη Χορωδία του Ντον Κόσακ, και το πόσο είχα βα- ρεθεί και γι’ αυτόν τον λόγο τσακωθήκαμε, και θυ- μήθηκα τι φορούσε εκείνη τη μέρα η Έλεν – ένα λευκό φόρεμα, και πόσο πολύ την ποθούσα όταν το άγγιζα. Αχ, αυτή η Έλεν – πού να βρίσκεται τώρα. Και να με στη γωνία Πέμπτης και Όλιβ, όπου τα θορυβώδη τρόλεϊ σου τρυπούσαν κυριολεκτικά τα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=