Πρώτη μούρη

Π Ρ Ω Τ Η Μ Ο Υ Ρ Η 33 Ο Τζορτζ, όπως το συνήθιζε, είχε ένα παλιό, σκονισμένο ραδιό­ φωνο στο πάτωμα. Είχαν πιάσει και άκουγαν το Μιξ Μέγκαπολ: η αυταρχική φωνή της Μπεμπέ Ρέκσα τριζοβολούσε το ίδιο ρεφρέν συνεχώς. Ήταν σαν να δουλεύεις με έναν συγκεκριμένο ρυθμό. Ο Τζορτζ χαμήλωσε την ένταση. «Ξέρεις βέβαια ότι την επό­ μενη βδομάδα θα συμπληρώσεις τις χίλιες εξακόσιες ώρες σου». «Αλήθεια;» «Ναι, πράγματι. Δούλεψες πολύ καλά, Νίκο. Οπότε κι εγώ θα σε βοηθήσω να πάρεις το πιστοποιητικό ΣΕΗ. Τελειώνει η περίο­ δος μαθητείας, το Συμβούλιο Επαγγελματιών Ηλεκτρολόγων θα σε εγκρίνει αμέσως». Ο Τζορτζ Σάμουελ γέλασε και τα μάτια του στένεψαν ξανά πολύ, ενώ ο Νίκολα δεν άντεξε: έβαλε κι αυτός τα γέλια. Ναι, ναι, έπρεπε να γελάσει. Ο Τζορτζ Σάμουελ τυφλός από τα γέλια – ο Νίκολα: σύντομα ηλεκτρολόγος. Το ένα σχετικό με το άλλο. Θα αποκτούσε μια κανονική δουλειά. Κανονικό μισθό. Ποιος θα πίστευε κάτι τέτοιο πριν από ενάμιση χρόνο; Όταν ήταν στην εντατική μετά την έκρηξη, όταν η Λίντα πέθαινε από την ανησυχία της που ο γιος της είχε πάρει τον στραβό δρόμο; Ποιος θα πίστευε ότι ήταν τόσο ωραία η ζωή; Ποιος θα πίστευε ότι όλα θα γίνονταν πραγματικά όμορφα; Όλοι ήταν περήφανοι γι’ αυτόν. Ο Τέντι, που του είχε αγο­ ράσει το διαμέρισμα, τον χτυπούσε στον ώμο κάθε φορά που συναντιόνταν: «Νίκο, καλά κάνεις που δεν ακολουθείς τα χνά­ ρια μου». Ο παππούς προσπαθούσε ακόμη να τον παίρνει μα­ ζί του στην εκκλησία, αλλά απλώς χαμογελούσε όταν ο Νίκολα αρνιόταν. «Είσαι πάντως σε σωστό δρόμο, μόγιε μάλο ζλάτο – χρυσούλι μου . Η γιαγιά σου θα έκλαιγε από χαρά αν μπο­ ρούσε να σε δει». Ακόμα και ο διευθυντής του αναμορφωτη­ ρίου στη Σπιλερσμπούντα είχε τηλεφωνήσει για να τον συγχα­ ρεί για την αλλαγή πλεύσης στη ζωή του: ήταν λες και ο Νίκο­ λα είχε κερδίσει τρία εκατομμύρια σε ένα και μοναδικό ξυστό.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=