Η πρώτη εμφάνιση

[ 17 ] («Δέχτηκε;» – «Δεν δέχτηκε;» – «Τι είπε για μένα;»), προσπάθησα νασυγκεντρωθώξανάστον Παροξυσμό , ένα γαλλικόπιλάφι που είχα δει το πρωί σε δημοσιογραφική προβολή. Έπρεπε να πα­ ραδώσω το κομμάτι σε τρία τέταρτα, και τριάντα λεπτά αργότε­ ρα πάλευα ακόμη με τη διατύπωση. Έως και τα κλισέ μου, σω­ τήρια άλλοτε, δεν έλεγαν εδώ να βοηθήσουν. Τόση αλλεργία πια; Πολύ θα με βόλευε, ήξερα όμως καλύτερα από τον καθένα πως είχα βγει στο παρελθόν ασπροπρόσωπος και με χειρότερες σούπες, και ο καημένος ο Παροξυσμός , φιλμάκι καλών προθέ­ σεων αν μη τι άλλο, καθόλου δεν ευθυνόταν για τη σημερινή μου δυστοκία. Ας το ομολογήσω: εκείνο το αποκρουστικό ερ­ πετό, ο Πρόκος, έχει δίκιο. Το κλειδί για την ευτυχία μου, η μο­ ναδική όαση χαράς την τελευταία τριετία, είναι η Έλλη – η «μι­ κρή», κατά τον περιφρονητικό του χαρακτηρισμό. Μια από εκείνες τις «μικρές» που δεν θα γυρνούσαν ποτέ, όχι να του μι­ λήσουν, μα έστω και να τον κοιτάξουν. Όταν ταφτιάξαμε ήταν δεν ήταν δεκαπέντε. Πήγαινε πρώτη Λυκείου και για μήνες, θυμάμαι, ζούσα με τον φόβο μιας «απο­ πλάνησης ανηλίκου» ή «μιας εκουσίας απαγωγής». Μια μέρα αποφάσισανασταματήσωτοκρυφτόκαι ναπαρουσιαστώστους γονείς της. Ήξερα πως ήταν μικροπαντρεμένοι, θα μεγαλώσαμε μάλλον με κοινά διαβάσματα και ακούσματα, μα δεν μπορούσα να προβλέψω την αντίδρασή τους. Προετοίμασα λοιπόν διάφο­ ρα λογύδρια, ανάλογα με το κλίμα που θα αντιμετώπιζα – το συντηρητικό, το χαριτωμένο, το επιθετικό και ούτω καθεξής. Δεν χρειάστηκε τελικά να χρησιμοποιήσωκανένα. Ημητέρα της δήλωσε ευθύς εξαρχής, με το «καθίστε», ότι μοιάζω καταπλη­ κτικά με ένα δικό της φλερτ –έναν καθηγητή της για την ακρί

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=