Προς τον παράδεισο

H A N Y A Y A N A G I H A R A 34 κόκκινα ρέλια της πατικωμένα και σκασμένα πια απ’ τον καιρό, που είχε από τα φοιτητικά του χρόνια, ένα κασκόλ με κεντημένα λαχούρια από πολύ μαλακό μαλλί που του είχε δώσει ο παππούς τα προπερα­ σμένα Χριστούγεννα, ειδική παραγγελία από την Ινδία, όλα διευθε­ τημένα για την άνεσή του ή για την ευχαρίστησή του ή και τα δύο– μεταφερμένα σε ένα ξύλινο σπίτι στο Ναντάκετ, και τον ίδιο ανάμε­ σά τους. Όμως δεν μπορούσε. Αυτά τα πράγματα ανήκαν εδώ, σε τούτο το σπίτι: ήταν λες και το ίδιο το σπίτι τα είχε δημιουργήσει, λες και ήταν κάτι ζωντανό που θα μαράζωνε και θα πέθαινε αν μετακινούνταν αλλού. Κι έπειτα σκέφτηκε: Δεν ίσχυε το ίδιο και για αυτόν; Δεν ήταν και ο ίδιος κάτι που το σπίτι είχε, αν όχι γεννήσει, τότε θρέψει και συντηρήσει; Αν έφευγε από την πλατεία Ουάσινγκτον, πώς θα μά­ θαινε ποτέ πού στ’ αλήθεια βρισκόταν στον κόσμο; Πώς θα άφηνε αυτούς τους τοίχους που ανέκφραστα κι ευθέως του αντιγύριζαν το βλέμμα σε όλες του τις φάσεις; Πώς θα άφηνε αυτά τα πατώματα, που πάνω τους άκουγε τα πόδια του παππού του να βαδίζουν αργά τη νύχτα, για να του φέρει ο ίδιος ζωμό κρέατος και φάρμακα τους μήνες που δεν μπορούσε να βγει απ’ το δωμάτιό του; Δεν ήταν πάντα χαρούμενο μέρος. Ενίοτε είχε υπάρξει απαίσιο. Πώς όμως θα ένιωθε τόσο ακριβώς δικό του οποιοδήποτε άλλο μέρος;

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=