Προς τον παράδεισο

25 II Δεν πίστευε ότι θα κατάφερνε να κοιμηθεί , και όντως, για διά­ στημα που του φάνηκε πολύωρο έμεινε ξάγρυπνος, έχοντας επίγνω­ ση ότι ονειρευόταν κι ωστόσο ακόμη ήταν ξύπνιος, ότι από κάτω του ένιωθε το κολλαριστό βαμβάκι των σεντονιών του και ότι έτσι όπως είχε ξαπλώσει, με το αριστερό του πόδι λυγισμένο σ’ ένα τρίγωνο, θα ήταν πιασμένος κι άκαμπτος την επομένη. Κι ωστόσο, απ’ ό,τι φαί­ νεται, κοιμήθηκε εντέλει, διότι, όταν ξανάνοιξε τα μάτια του, υπήρ­ χαν λεπτές λωρίδες λευκό φως εκεί όπου οι κουρτίνες δεν είχαν κλεί­ σει εντελώς, και ακούγονταν άλογα να τριποδίζουν στους δρόμους και, έξω απ’ την πόρτα του, οι καμαριέρες να πηγαινοέρχονται με τους κουβάδες και τις σκούπες τους. Οι Δευτέρες του ήταν πάντα ανιαρές. Ξυπνούσε με τον τρόμο της περασμένης νύχτας ακέραιο, και συνήθως προσπαθούσε να σηκωθεί νωρίς, ακόμα νωρίτερα από τον παππού, μήπως και νιώσει κι αυτός ότι έμπαινε στο ρεύμα των δραστηριοτήτων που κινούσαν τη ζωή των περισσότερων ανθρώπων, ότι κι αυτός, όπως ο Τζον ή ο Πίτερ ή η Ίντεν, είχε υποχρεώσεις να φροντίσει ή, όπως η Ελίζα, μέρη όπου έπρεπε να πάει, κι όχι μονάχα μια μέρα ασαφή όπως όλες, μια μέρα που θα χρειαζόταν να προσπαθήσει να τη γεμίσει μόνος του. Δεν ήταν αλήθεια ότι δεν είχε τίποτα: κατ’ όνομα ήταν διευθυντής του φιλαν­ θρωπικού ιδρύματος της εταιρείας, επιφορτισμένος να εγκρίνει τις πληρωμές στα διάφορα άτομα και στις διάφορες υποθέσεις που, εν γένει, παρείχαν μια οικογενειακή ιστορία –στους αντιστασιακούς που ηγούνταν του αγώνα στον νότο, στις φιλανθρωπικές οργανώσεις που εργάζονταν για τη στέγαση και επανένωση των φυγάδων, στην ομάδα που προωθούσε τη μόρφωση των νέγρων, στους οργανισμούς που ασχολούνταν με την παιδική εγκατάλειψη και παραμέληση, σ’

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=