Πριν χαθούν τα πουλιά

C H A R L O T T E M c C O N A G H Y 22 χίζω σιγά σιγά να συνειδητοποιώ την πραγματικότητα. Τα δόντια μου κροταλίζουν τόσο δυνατά που, όταν αρχίζω να γελάω, σίγουρα μοιάζω με τρελή. «Νόμιζα πως χρειαζόσουν βοήθεια». Δεν μπορώ να θυμηθώ καλά καλά τη λογική που με οδή­ γησε σ’ αυτή τη στιγμή. Πόσην ώρα περίμενα προτού τρέξω; Πόσην ώρα είχε περάσει κάτω από το νερό; «Για δεύτερη φορά απόψε» λέει. Κι ύστερα: «Συγγνώμη. Πρέπει να πας να ζεσταθείς λιγάκι, κούκλα μου». Από το μπαρ έχει βγει κι άλλος κόσμος για να δει τι τρέ­ χει. Έχουν συγκεντρωθεί στον εξώστη και δείχνουν παραξε­ νεμένοι. Α, τι ταπείνωση κι αυτή. Γελάω πάλι, αλλά ακού­ γεται σαν αγκομαχητό. «Καλά είσαι, αφεντικό;» φωνάζει κάποιος με αυστραλέ­ ζικη προφορά. «Μια χαρά» αποκρίνεται ο άντρας. «Παρεξήγηση». Με βοηθάει να σταθώ όρθια. Το κρύο είναι μέσα μου και… ωχ, σκατά, ο πόνος. Έχω ξανανιώσει τέτοιο κρύο, αλ­ λά όχι εδώ και πολύ καιρό. Αυτός πώς το αντέχει με τόση άνεση; «Πού μένεις;» «Ήσουν πολλή ώρα κάτω». «Έχω καλά πνευμόνια». Ανηφορίζω παραπατώντας την όχθη. «Πάω να ζεσταθώ». «Χρειάζεσαι…» «Όχι». «Να σου πω!» Κοντοστέκομαι και ρίχνω μια ματιά πίσω μου. Τα μπράτσα και τα χείλη του είναι μελανιασμένα, δεν

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=