Πριν

ΠΡΙΝ [ 13 ] όλο και πιο συχνά με μολύβι, ίσως για να μπορώ να σβήvω τις αδεξιότητές μου, να τις εξαφανίζω εντελώς. Πιέζω με δύναμη το στιλό, αλλά δεν κάνει κανένα θόρυβο. Γλι­ στράει. Νομίζω ότι σε λίγο θα σταματήσω. Θα ξαναρχίσω αργότερα ή αύριο. Λέω να κάνω καμιά βόλτα, να κουνη­ θώ λιγάκι, θα πάω να βρω τους άλλους. Τι ώρα μπορεί να είναι; Δεν άκουσα ακόμη το μετρό. Πρέπει να είναι ακόμη νύχτα. Η εναλλαγή ημέρας και νύχτας έδινε κάποια ποικιλία στο πέρασμα του χρόνου, του έδινε κάποιο ρυθ­ μό. Λέγαμε: «Κοίτα, ξημερώνει». Ή ακόμη: «Κοίτα, θα ξημερώσει». Ξυπνούσα μερικές φορές πριν χαράξει, στις 4.20, στις 5. Κοίταζα τα φυτά μου στις γλάστρες τους, που ήταν τοποθετημένες στο περβάζι του παραθύρου. Παρακο­ λουθούσα την ανάπτυξή τους. Κοίταζα τον ουρανό. Συ­ νήθως ήταν γκρίζος. Συνήθως η νύχτα δεν γινόταν ποτέ ολότελα μέρα. Δεν υπήρχε κανείς στη μεγάλη αίθουσα όταν έφτασα. Περπάτησα πάνω κάτω για αρκετή ώρα, για να ξεμου­ διάσουν τα πόδια μου. Εξακολουθούσα να μην ακούω το μετρό. Η μεγάλη αίθουσα είναι το μόνο μέρος όπου μπο­ ρούμε να στεκόμαστε όρθιοι, όπου μπορούμε να περπα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=