Πρελούδιο θανάτου

9 Π Ρ Ε Λ Ο Υ Δ Ι Ο Θ Α Ν Α Τ Ο Υ Η οδός διαφυγής. Ήταν κλειδωμένη. Ποτέ δεν την κλείδωναν. Αλλά τώρα ήταν κλειδωμένη. Είχε ακόμη πέντε δευτερόλεπτα ζωής και όλα τα νήματα άρχισαν να πλέκονται με απίστευτη ταχύτητα. Έβγαλε τη δι- σκέτα από την εσωτερική τσέπη του σακακιού του και την κράτησε ψηλά, πάνω από το κεφάλι, με φόντο τον καταγάλα- νο σουηδικό ουρανό του όψιμου καλοκαιριού. Ήταν η τελευταία οδός διαφυγής. Όταν δεν υπήρχε πια οδός διαφυγής. Όχι γι’ αυτόν. Ίσως για άλλους. Για πάρα πολλούς άλλους. Ο μυστακοφόρος αστυνομικός ανέβηκε τη σκάλα. Έστρεψε ένα πιστόλι πάνω του. Εκείνος κοίταξε τον αστυνομικό κατάματα. Εκεί μέσα υπήρχε η κοινότοπη αλήθεια. Στεκόταν εκεί, με τη δισκέτα πάνω από το κεφάλι, και ένιωσε το τσίμπημα. Ότι είχε πιάσει κάτι στο αγκίστρι. Γέλα- σε δυνατά και πέταξε τη δισκέτα προς τον αστυνομικό. Ο αστυνομικός την έπιασε στον αέρα, χαμογέλασε απολο- γητικά και πυροβόλησε. Μια σφαίρα μόνο. Η καρδιά του έπρεπε να ήταν πολύ μικρή για να την πετύ- χει η σφαίρα. Ένας κόκκος άμμου μόνο. Καθώς έπεφτε, σκέφτηκε ότι ίσως εκείνο που τον σκότωσε να ήταν το κόλλημα στις ενσωματωμένες προκαταλήψεις της νέας γλώσσας. Κι όταν το πρόσωπό του χτύπησε στη μεταλλική στέγη, ο ίδιος ήταν –όντως– απολύτως κατάμαυρος στην όψη.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=