Πράκτορας δίχως άδεια: Η τελευταία ελπίδα

[ 22 ] μόταν. Βασικά του είχε πει αυτό ακριβώς: «Εσένα θα σε θυ- μάμαι» ρίχνοντάς του ένα άγριο βλέμμα, που, αν δεν ήταν ελαφρώς αλλήθωρος, ίσως και να είχε φανεί απειλητικό. Όχι, ο Κίερον υποπτεύθηκε πως ούτε εκεί θα έβρισκε βοήθεια. Κοιτάζοντας ξανά στην άλλη άκρη, εκεί που ήταν καθι- σμένος ο Σαμ, σκέφτηκε πόσο ευάλωτος έδειχνε. Ο φίλος του έπαιρνε τα πάντα πολύ προσωπικά και σκεφτόταν πολλά πράγματα σε βάθος. Ο ίδιος ήταν χοντρόπετσος και δεν έδι- νε πολλή σημασία στις αναποδιές και τις χοντράδες, όμως ο Σαμ τα έπαιρνε όλα κατάκαρδα. Έκλεινε τον πόνο μέσα του και τον έτρεφε. Άρχισε να προχωράει προς το μέρος του. Καθώς περπατού- σε, σήκωσε τα μάτια και κοίταξε τις κάμερες ασφαλείας που ήταν βιδωμένες στον εξώστη του πάνω ορόφου. Συνήθως κάλυπταν ολόκληρο το επίπεδο με τα φαγάδικα, εκτός από μια μικρή περιοχή κοντά στα πρακτορεία τύπου, που τη γνώ- ριζαν όλοι και μερικές φορές τα παιδιά μαζεύονταν εκεί για ν’ ανταλλάξουν πράγματα που είχαν σουφρώσει ή για να κα- πνίσουν κανένα τσιγάρο στα γρήγορα. Τώρα ωστόσο είδε πως όλες ήταν στραμμένες στο πλάι, με το οπτικό τους πεδίο κατά μήκος του τοίχου του εξώστη. Δεν υπήρχε αμφιβολία πως κάποιος τις είχε μετακινήσει. «Τι;» είπε καθώς πλησίασε τον φίλο του. «Τι εννοείς τι ;» ρώτησε ο Σαμ. «Με κοίταζες περίεργα». «Όλους τους κοιτάζω περίεργα. Έτσι είναι απλά η μούρη μου». Ο Σαμ έριξε μια γρήγορη ματιά προς την πόρτα του κλιμακοστασίου κι ύστερα στράφηκε πάλι προς το μέρος του. «Τι έγινε;»

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=