Πράκτορας δίχως άδεια: Η τελευταία ελπίδα

[ 19 ] ήταν η Αντιλόπη, αν και το σχέδιο στον τοίχο έμοιαζε με μικρό πόνι που του ’χες κολλήσει στο κεφάλι μια κεραία τηλεόρασης. Ο Κίερον άνοιξε την πόρτα κι έριξε μια γρήγο- ρη ματιά στη χαμηλοτάβανη τσιμεντένια έκταση. Κάπου στη μέση ένα τζιπ κινούνταν αργά ανάμεσα σε σειρές από παρ- καρισμένα αυτοκίνητα. Δεν ήταν ωστόσο δυνατόν οι άντρες που απήγαγαν τον τύπο με το Bluetooth να είχαν φτάσει κιόλας στο αμάξι, να το είχαν ανοίξει, να πέταξαν μέσα τον αιχμάλωτό τους, να μπήκαν και να ξεκίνησαν μέσα στα λίγα δευτερόλεπτα που τους είχε χάσει από τα μάτια του. Άφησε την πόρτα να κλείσει και συνέχισε να κατεβαίνει μέχρι το επόμενο επίπεδο. Τώρα η μορφή στον τοίχο πλάι στην πόρτα έμοιαζε με αγελάδα που ’χε καμπούρα, αν και υποτίθεται πως ήταν βουβάλι. Πάνω που έφτασε, είδε την πόρτα να κλείνει. Την άνοιξε μια χαραμάδα και κοίταξε μέσα. Οι δύο ξανθοί άντρες στέκονταν δίπλα σ’ ένα σκούρο μπλε βανάκι. Γιαπωνέζικο – Delica πιθανόν. Ο μπαμπάς του οδη- γούσε κάποτε ένα Delica και γι’ αυτό αναγνώρισε το σχήμα. Μια μέρα, πριν από τρία χρόνια, είχε μπει σ’ εκείνο το Delica, είχε φορτώσει τα πράγματά του κι είχε φύγει για πάντα, αφή- νοντας πίσω τον Κίερον και τη μαμά του. Παραδόξως, στον Κίερον έλειπε περισσότερο το βανάκι παρά ο πατέρας του. Ο ένας απ’ τους κοντοκουρεμένους κακοποιούς είχε το χέρι του τυλιγμένο γύρω από το στήθος του αναίσθητου άντρα και τον κρατούσε όρθιο. Ταυτόχρονα σάρωνε με το βλέμμα το πάρκινγκ, για να δει αν είχαν τραβήξει ανεπιθύμητη προ- σοχή. Εν τω μεταξύ, ο άλλος άντρας ξεκλείδωσε την πλαϊνή πόρτα του βαν και την έσυρε για ν’ ανοίξει.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=