Πώς ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα

ΠΏΣ Ο ΙΓΝΆΤΙΟΣ ΚΑΡΑΘΟΔΩΡΉΣ ΈΧΑΣΕ ΤΑ ΠΆΝΤΑ 13 λό του και στο μυαλό μας. Δύο καταστήματα στη Θεσσα­ λονίκη, ένα στην Ξάνθη, ένα στην Αλεξανδρούπολη, ένα στην Καβάλα, ένα στις Σέρρες. Κάποια στιγμή, ο πατέρας μου συνεργάστηκε με έναν σύμβουλο επιχειρήσεων ο οποίος του συνέστησε να εμπλουτίσει το μενού του Γλυ­ κούλη και με άλλες συνταγές. «Θανάση, δεν είναι δυνατόν το όνομα της επιχείρησής σου να είναι Γλυκούλης και να μην έχει ούτε ένα γλυκό». Έτσι, ο Γλυκούλης άρχισε να φτιάχνει και καλτσόνε με σοκολάτα, μεταξύ άλλων. Κά­ ποιοι ισχυρίστηκαν ότι επρόκειτο για μεγάλη αηδία. Κά­ ποιοι άλλοι, πιο διακριτικοί, ότι αυτό αλλοίωνε την ταυτό­ τητα του μαγαζιού. Και πράγματι χάσαμε αρκετούς φανα­ τικούς πελάτες μετά την αλλαγή αυτή. Αλλά κερδίσαμε ακόμα περισσότερους. Τίποτα δεν μπορούσε να σταματή­ σει τον Γλυκούλη. Παρόλο που καθώς μεγάλωνα είχαμε πολλά λεφτά ως οικογένεια, συμπεριφερόμασταν και ζούσαμε σαν να μην έχουμε. Το σπίτι μας ήταν άνετο αλλά συντηρητικό, μια ζωή με τα ίδια παλιά, βαριά έπιπλα που με κατέθλιβαν. Θα μπορούσα να πω ότι από αυτήν την άποψη, είχαμε μια σεμνή αντίληψη για τη ζωή. Δεν κάναμε υπερβολικά έξο­ δα και δεν το θεωρούσαμε σωστό όταν μαθαίναμε πως κάποιος γνωστός μας κάνει. Τον λέγαμε ψωνάρα. Κι όπο­ τε λέγαμε κάποιον ψωνάρα, είχαμε την τάση να πατάμε με δύναμη το γράμμα «ν» και μετά να κάνουμε το ίδιο στο «α». Η βρισιά δηλαδή ήταν κάπως έτσι: «Άντε μωρέ με την

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=