Πόρτο Λεόνε (Σκουριά και χρυσάφι)

Αθήνα, 7 Φλεβάρη 1863 Η Αυγουστίνα Βαμβακά, έκπτωτη Δεσποινίδα των Τιμών της έκ- πτωτης βασίλισσας της Ελλάδος Αμαλίας, μέλλουσα κυρία Εμμα- νουήλ Χατζηγιαννάκου, περπατούσε στη γειτονιά κάτω από τον Παρθενώνα, σέρνοντας μαζί με τα ποδάρια και την καρδιά της. Διανύοντας το πρώτο μισό του εικοστού έτους του βίου της ανα- λογιζόταν τα ευτυχισμένα παιδικά χρόνια στο πολύβουο σπιτικό της Χαλκίδας, την αγάπη που βασίλευε εκεί μέσα, τη ζεστασιά, τη σι- γουριά που αισθανόταν υπό τη σκέπη των γονιών και των μεγαλύ- τερων αδελφών της. Κρύωνε. Ναι, κάποια στιγμή είχε μάθει πως δεν ήταν όλοι αδέλφια από την ίδια μητέρα. Για λίγα δευτερόλεπτα, μετά το πρώτο ξάφνιασμα –μα γίνονται τέτοια πράγματα!–, μια λανθάνουσα γυναικεία φιλα- ρέσκεια με μορφή κίτρινης φλόγας είχε σαλέψει μέσα της, ήταν έντεκα χρονών, τα στήθια της είχαν αρχίσει να πονούν. Ώστε ο πατέρας είχε αγκαλιάσει κι άλλη γυναίκα πριν τη δική της μάνα; Το θέμα δεν έλαβε ποτέ συνέχεια, η φλογίτσα δεν είχε βρει τι να κάψει και είχε σβήσει πριν το κορίτσι αισθανθεί οτιδήποτε αρνητικό. Προ- φανώς οφειλόταν στο γεγονός πως η μάνα της ποτέ δεν είχε ζηλέψει το παρελθόν του Αγγελή. Και, καθώς είχε προλάβει να χτίσει γερά κάστρα αγάπης γύρωαπό τους τρεις γιους του Αγγελή και τα υπόλοιπα παιδιά, όταν το καθένα με τη σειρά του μάθαινε το συνταρακτικό «νέο», δεν επηρεάστηκε αρνητικά. Τόση ήταν η αγάπη γύρω τους! Και τώρα τόσο το κρύο... Τι να έφταιγε άραγε που κάποια στιγμή είχε αρχίσει να ασφυκτιά

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=