Πόρτο Λεόνε (Σκουριά και χρυσάφι)

15 Σ Κ Ο Υ Ρ Ι Α Κ Α Ι Χ Ρ Υ Σ Α Φ Ι : ΠΟ Ρ Τ Ο Λ Ε Ο Ν Ε Όμως είχε συναινέσει. Και τώρα δεν γινόταν να τα καταστρέψει όλα. Οι γονείς της θα στενοχωριούνταν και ο Αντώνης θα υπέφερε, περίμενε πώς και τι τη συνεργασία με τον Θεράποντα Χατζηγιαν- νάκο – θα ήταν η αφετηρία για να πραγματοποιήσει τα όνειρά του. Που είχε μάθει να είναι και δικά της. Όχι, όχι! Ποτέ δεν θα μπορούσε να προδώσει έτσι τον αδελφό της! «Βασανίζεται...» διαπίστωσε η Κλωθώ κι έδωκε μια τη ρόκα, πήρε στροφές. «Βασανίζεται και είναι τόσο μικρή... Και τόσο όμορφη...» «Άτυχη...» συμπλήρωσε η Άτροπος αφήνοντας το ψαλίδι. «Τίποτα δεν ξέρετε ακόμη...» είπε διφορούμενα η Λάχεση που γνώριζε τα μελλούμενα. «Και η βέρα στο αριστερό της χέρι εκατό οκάδες, αδελφές μου». Κάποιος άγνωστος την είχε βγάλει από τις σκέψεις της. «Γρήγορα σπίτι σου!» την προειδοποίησε, κάτω στην πλατεία, στα ανάκτορα, είχαν στηθεί οδοφράγματα. «Εμφύλιος!» Έφυγε βιαστική. Αν και πίστευε πως κανείς δεν θα την πείραζε, ποτέ δεν ήταν ανακατωμένη σε οτιδήποτε. Άλλα την απασχολούσαν περισσότερο, τις σκέψεις της προσπα- θούσε να συμμαζέψει και έτρεχε. Πώς να το ήξερε ότι έτρεχε να συναντήσει τη μοίρα της; Αυτή που θα της άλλαζε τη ζωή, θα τη σημάδευε για πάντα και θα της αναποδογύριζε τον κόσμο. Γιατί εκείνο το απόγευμα, εκείνη τη νύχτα, η Αυγουστίνα πέρα- σε ξυστά από τον θάνατο –και πάλι–, αλλά λαβώθηκε βαριά από τον έρωτα. Στην αγκαλιά του αγνώστου βρέθηκε με τη δική της θέληση · ο άντρας, μέχρι εκείνη τη στιγμή, δεν την είχε αγγίξει παρά μόνο για να τη μεταφέρει μισολιπόθυμη. Αόριστα θα θυμόταν αργότερα πώς και γιατί είχε κάνει την αρχή.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=