Πολύ αργά πια

C L A Ι R E K E E G A N 14 «Λοιπόν, Κάχαλ. Πώς τα πας;» «Καλά» είπε ο Κάχαλ. «Ευχαριστώ». «Τσίμπησες το μεσημέρι, έφαγες τίποτα;» «Ναι, ναι» είπε ο Κάχαλ. «Μην ανησυχείτε». Το αφεντικό τον περιεργαζόταν, παρατηρούσε το συνηθισμένο του πουκάμισο, τη γραβάτα και το παντελόνι του, τα παπούτσια του που ήθελαν γυάλισμα. «Το ξέρεις ότι δεν χρειάζεται να κάτσεις κι άλ- λο» είπε το αφεντικό. «Γιατί δεν παίρνεις άδεια την υπόλοιπη μέρα;» Κοκκίνισε λίγο, για μια στιγ- μή φάνηκε να ντρέπεται με την τόσο καλοπροαί- ρετη πρότασή του. «Τελειώνω τώρα με το προσχέδιο του προϋπο- λογισμού» είπε ο Κάχαλ. «Έλεγα να ξεμπερδέψω τουλάχιστον μ’ αυτό». «Καλώς, λοιπόν» είπε το αφεντικό. «Όπως νο- μίζεις. Εδώ θα ’μαστε». Το αφεντικό αποσύρθηκε και πάλι στο γραφείο του, και ο Κάχαλ άκουσε την πόρτα να κλείνει απαλά. Όταν κοίταξε έξω, ο ουρανός ήταν καθαρός και γαλάζιος. Ήπιε μια γουλιά από τον πικρό καφέ του και κάρφωσε το βλέμμα του στο αρχείο που δεν είχε αποθηκεύσει. Δεν το έβλεπε καλά με την αντα-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=