Πολύ αργά πια

Π Ο Λ Υ Α Ρ Γ Α Π Ι Α 17 τας την Κυριακή» συνέχισε εκείνη. «Αν δεν πάμε τώρα, το καλοκαίρι θα τελειώσει. Τι γρήγορα που περνούν οι μέρες». Έβγαλε μια συσκευασία με μέντες από την τσέ- πη της και του προσέφερε μία, εκείνος όμως αρ- νήθηκε. «Κι εσείς;» τον ρώτησε. «Έχετε σχέδια για το τριήμερο;» «Λέω να ξεκουραστώ» είπε ο Κάχαλ, οδηγώντας την κουβέντα σε αδιέξοδο, για να μη συνεχιστεί. Κανονικά τώρα θα έβγαζε το κινητό του, για να τσεκάρει τα μηνύματά του, αλλά συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν έτοιμος – και τότε αναρωτήθηκε αν ήταν ποτέ κανείς έτοιμος να αντιμετωπίσει κάτι δύσκολο ή επώδυνο. «Και θα τους πάμε να δούνε τις αγελάδες στη φάρμα του αδερφού μου» συνέχισε η γυναίκα. «Δεν θέλουμε να μεγαλώσουν και να νομίζουν ότι το γάλα βγαίνει από μια χάρτινη συσκευασία. Τα παιδιά στις μέρες μας τα ’χουν όλα έτοιμα». «Ναι, μάλλον». «Εσείς έχετε παιδιά;» Ο Κάχαλ κούνησε το κεφάλι του. «Όχι». «Αχ, μπορεί να είναι και καλύτερα έτσι» του απάντησε. «Σου ραγίζουν την καρδιά».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=