Πίτερ Νιμπλ: Ο κλέφτης με τα μαγικά μάτια

14 Σέιμους, και είμαι περιχαρής που συναντηθήκαμε. Βλέ- πεις, είμαι μεγάλος και τρανός επιχειρηματίας, αλλά δεν έχω γιο για να μοιραστώ την περιουσία μου». Καθώς μι- λούσε ο κύριος Σέιμους πήρε το μήλο από τα χεράκια του Πίτερ και έκοψε μια δαγκωνιά. «Πώς θα σου φαινόταν» συνέχισε, κόβοντας και δεύτερη δαγκωνιά «να σε κάνω συνέταιρό μου; Θα ζεις στο αρχοντικό μου, θα τρως το φαγητό μου και θα παίζεις με τον σκύλο μου, τον Φονιά». «Τι σκύλος είναι;» ρώτησε οΠίτερ, ελπίζοντας ολόψυχα ότι θα ήταν αρκετά μεγαλόσωμος ώστε να τον καβαλάει. «Είναι… σιαμαίος » είπε ο κύριος Σέιμους, μετά από στιγ- μιαία σκέψη. «Είναι μεγάλοι σκύλοι οι σιαμαίοι;» «Οι μεγαλύτεροι. Φαντάζομαι ότι θα μπορούσε να σε κάνει μια χαψιά αν ήθελε». Ο κύριος Σέιμους έριξε τον πυρήνα του μήλου στο στόμα του και τον έκανε μια χαψιά. «Τι λες λοιπόν, αγόρι μου;» Δεν υπήρχε αρχοντικό. Όπως επίσης δεν υπήρχαν περιου­ σία, υπηρέτες ή πλουσιοπάροχο φαγητό. ΟΦονιάς υπήρ- χε πραγματικά, αλλά του έλειπε ένα πόδι και ήταν πολύ γέρος – και όπως τα περισσότερα γέρικα πλάσματα, αντι- παθούσε τα παιδιά. Αντί ν’ αφήνει τον Πίτερ να τον κα- βαλάει, περνούσε την περισσότερη ώρα κουτσαίνοντας, γρυλίζοντας και γλείφοντας τις μύξες που έτρεχαν στο σιχαμερό ρύγχος του. Ο κύριος Σέιμους εγκατέλειψε τη ζητιανοκαπηλεία,

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=