Πίτερ Νιμπλ: Ο κλέφτης με τα μαγικά μάτια

13 στο φτωχοκομείο. Στο σύνολο, o κύριος Σέιμους πρέπει να είχε βγάλει στο κλαρί γύρω στα τριάντα ορφανά. Ο Πίτερ ήταν πέντε χρονών όταν τον πρωτοπήρε το μάτι του ζητιανοκάπηλου πλάι στον πάγκο ενός μανάβη στην αγορά. «Γεια σου, αγοράκι!» είπε ο κύριος Σέιμους πηγαίνοντας κοντά του. «Πώς σε λένε;» «Με φωνάζουν τυφλο-Πιτ, κύριε» είπε το παιδί, που ακόμη δεν είχε μάθει πως δεν έπρεπε να μιλάει σε αγνώ- στους. Ο κύριος Σέιμους έσκυψε πιο κοντά για να τον κοιτάξει καλύτερα. Η εμπειρία του τον είχε διδάξει πως τα τυφλά παιδιά γίνονται ιδιαίτερα πετυχημένοι ζητιάνοι. «Και πού είναι οι γονείς σου;» ρώτησε. «Δεν έχω γονείς» απάντησε το παιδί. Όμως, επειδή ο Πίτερ δεν κρατιόταν από την πείνα, άπλωσε αστραπιαία το χέρι πίσω από την πλάτη του και σούφρωσε ένα μήλο από τον πάγκο με τα φρούτα. Ο κύριος Σέιμους είδε την κίνηση με την άκρη του ματιού του και παραλίγο να μείνει ξερός. Το αγόρι δεν είχε πάρει το μήλο από την κορυφή της στοίβας, αλλά από κάπου στο κέντρο , αφήνοντας τα γύρω μήλα εντελώς απείραχτα. Για έναν κανονικό άνθρωπο κάτι τέτοιο θα ήταν ακατόρθωτο, αλλά για τούτο το κουρελιάρικο παιδί ήταν δεύτερη φύση. Ο κύριος Σέιμους κατάλαβε μεμιάς πως είχε μπροστά του έναν πολύ ταλαντούχο κλέφτη. Ο άντρας έσκυψε ακόμα πιο κοντά και κοίταξε τα λε- πτεπίλεπτα δάχτυλα του αγοριού. «Λοιπόν, Πιτ» είπε με την πιο μελιστάλαχτη φωνή του. «Εμένα με λένε κύριο

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=