Πύρινη θύελλα (Οι περιπέτειες του νεαρού Σέρλοκ Χομλς)
26 μεγάλωνε, θα φρόντιζε να μην κάνει ποτέ τέτοιες κοινωνι κές διακρίσεις μεταξύ των ανθρώπων. Το κάρο συνέχισε να κροταλίζει στον δρόμο για περί που είκοσι λεπτά ακόμα. Ο Σέρλοκ πήδηξε κάτω καθώς περνούσαν μπροστά από την κεντρική πύλη του αρχοντι κού, φωνάζοντας ένα ευδιάθετο «Ευχαριστώ!» πάνω από τον ώμο του. Κοίταξε το ρολόι τσέπης του – είχε μισή ώρα μέχρι το μεσημεριανό, ίσα ίσα για να πλυθεί και να αλλά ξει ίσως πουκάμισο. Ως συνήθως, το μεσημεριανό ήταν ήσυχη υπόθεση. Ο θείος του Σέρλοκ –ο Σέρινφορντ Χολμς– περνούσε τον χρόνο του προσπαθώντας να κρατήσει μια ισορροπία μεταξύ φαγητού και ανάγνωσης, ενώ ταυτόχρονα πάλευε να βγάλει τη γενειάδα του τόσο μπροστά από το φαγητό όσο και μπροστά από το κείμενο. Η θεία του, από την άλλη –η Άννα–, απολάμβανε έναν διαρκή μονόλογο ανα φορικά με τα σχέδιά της για τον κήπο, τη χαρά της για το γεγονός ότι οι δύο πλευρές της οικογένειας Χολμς φαίνο νταν επιτέλους να αποκαθιστούν τις σχέσεις τους, διάφο ρα κουτσομπολιά για τους τοπικούς γαιοκτήμονες και την ελπίδα της ο καιρός φέτος να είναι καλύτερος απ’ ό,τι τη χρονιά που πέρασε. Μια δυο φορές ρώτησε τον Σέρ λοκ τι έκανε ή πώς ένιωθε αυτό τον καιρό, αλλά όταν επιχείρησε να της απαντήσει συνειδητοποίησε ότι εκείνη συνέχιζε να μιλάει ανεξάρτητα από το τι μπορεί να της έλεγε – ως συνήθως. Παρατήρησε ωστόσο ότι η κυρία Έγκλαντιν –η βλοσυ
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=