Πινόκιο, ο βασιλιάς των παρανόμων (Η ωραιότερη ιστορία που γράφτηκε ποτέ)

ΤΟ ΤΡΕΝΟ 21 «Καημένο κουκλάκι» είπε ο Μπιγκ Μπίλι, δίνοντάς του μια αγκαλιά σαν να ’ταν αρκουδάκι. «Τι συμβαίνει, μικρούλη; Γιατί κλαις;» «Κοίτα, Μπιλ, εγώ δε θα τον έλεγα κούκλο » είπε με έμφαση ο Ντοκ με την ένρινη φωνή του, την ώρα που ανασήκωνε τα γυαλιά στη μύτη του. «Θεωρητικά μιλώ- ντας, πρόκειται για μια μαριονέτα». «Ό,τι κι αν είναι, θα πρέπει να αξίζει περισσότερο απ’ όσο όλα αυτά τα λεφτά μαζί» είπε χαιρέκακα μία από τις Αδελφές Μπελάδες. Την ίδια στιγμή, η άλλη χαστούκισε το πρόσωπο του Πινόκιο. «Έι, παλικάρι, ξέρεις να κάνεις τίποτε άλλο εκτός απ’ το να κλαις; Μήπως κατά τύχη μιλάς κιόλας; Μπορείς να…;» «Άστε ήσυχο το καημένο το κουκλάκι!» βρόντηξε ο Μπιγκ Μπίλι, και τον άρπαξε από τις δίδυμες κοκκι- νομάλλες. «Ξύλο! Ξύλο!» επανέλαβε γελώντας υστερικά ο Τα- ραντούλας και ξαναπυροβόλησε στον αέρα. «Φτάνει… Φτάνει! ΦΤΑΝΕΙ!!!» ούρλιαξε ο Άγριος Τζέικ. «Βάλτε αμέσως στον σάκο αυτό το νιάνιαρο ή κούκλο ή…» «Μαριονέτα» ψιθύρισε ο Ντοκ. «Ό,τι κι αν είναι! Βάλτε το στον σάκο και πάμε να

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=